Με αφορμή το Waymo, που πλέον άνοιξε πανιά και για τις εθνικές οδούς της Αμερικής (δείτε παρακάτω), λέω να μιλήσουμε για το φαινόμενο της “κανονικοποίησης” των ψηφιακών τεχνολογιών (υποκεφάλαιο σε αυτό το βιβλίο). Με αυτόν τον όρο έχω προσπαθήσει να περιγράψω τον πλήρη κύκλο που τελικά σημειώνεται στους τομείς εκείνους της ζωή μας που, φαινομενικά, «διέρρηξαν» (disruption) οι ψηφιακές τεχνολογίες. Απτό παράδειγμα τα video club και η ενοικίαση ταινιών: αυτό που κάναμε «με τα πόδια» στον πραγματικό κόσμο τη δεκαετία του 1980 ανατράπηκε πλήρως τις επόμενες δεκαετίες (ψηφιακή “πειρατεία”, online πλατφόρμες περιεχομένου), για να φτάσουμε σήμερα να δίνουμε ακριβώς τα ίδια χρήματα κάθε βδομάδα για ταινίες, όμως πλέον στην πλατφόρμα και όχι στο μαγαζί της γειτονιάς μας (παλιότερο κείμενό μου και εδώ). Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στη μουσική: ο μηνιαίος προϋπολογισμός «για δίσκους» καταβάλλεται πλέον στην online πλατφόρμα και όχι στο δισκάδικο.

Ας μιλήσουμε όμως για κάτι πιο απλό και καθημερινό, για τα ταξί.

Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, μέχρι δηλαδή και το τέλος της δεκαετίας του 1990 ή και στις αρχές του 2000, οι οδηγοί ταξί όφειλαν να είναι οι ζωντανοί χάρτες της πόλης τους. Έπρεπε να γνωρίζουν όχι μόνο τις κεντρικές αρτηρίες αλλά και τους βασικούς δρόμους κάθε συνοικίας (με αποκορύφωμα τους “μυθικούς” οδηγούς ταξί του Λονδίνου που έπρεπε να γνωρίζουν κάθε έναν δρόμο του). Πως αλλιώς να τα καταφέρουν στο επάγγελμά τους; Χάρτες (εκτυπωμένοι!) υπήρχαν φυσικά, όμως ήταν δύσχρηστοι και ασφαλώς δεν μπορούσαν να χρησιμοποιούνται συνεχώς, σε κάθε μια διαδρομή. Επομένως, ένας ταξιτζής πριν καμιά εικοσαριά χρόνια ήταν συνήθως γέννημα-θρέμμα της πόλης του (επομένως είχε τη γνώση του ντόπιου) ή πάντως κάτοικός της για πολλά χρόνια, ώστε να προλάβει να εξοικειωθεί.

Τίποτα από αυτά δεν ισχύει σήμερα. Εξοπλισμένος με online χάρτες και εφαρμογές πλοήγησης καθένας μπορεί να κάνει τη δουλειά του ταξιτζή οπουδήποτε στον πλανήτη. Με τις εφαρμογές τύπου uber ή bolt, ούτε καν την τοπική γλώσσα δεν χρειάζεται να μιλάει ή να κάνει συναλλαγές στο τοπικό νόμισμα. Το μόνο που χρειάζεται κανείς σήμερα για να ασκήσει το επάγγελμα του οδηγού ταξί είναι ένα δίπλωμα οδήγησης. Οι ψηφιακές τεχνολογίες πήραν ένα επάγγελμα του παρελθόντος ρυθμισμένο και (νομίζαμε) γνωστό μας μέσα από τους αιώνες (ο ταξιτζής άλλωστε σήμερα είναι ο αμαξάς του παρελθόντος) και ανέτρεψαν τα πάντα γύρω από αυτό.

Γνώμη μου είναι ότι αυτή η εξέλιξη προσφέρει ξεκάθαρα πλεονεκτήματα, τουλάχιστον για τον επιβάτη. Όμως δεν είναι αυτό το αντικείμενο αυτού εδώ του κειμένου. Στόχος του είναι να δείξει τον πλήρη κύκλο. Που είναι λοιπόν κάτι τέτοιο, η επιστροφή στο παρελθόν;

Η επιστροφή στο παρελθόν δεν έχει έρθει ακόμα, ίσα ίσα είμαστε ακόμα στη φάση της περαιτέρω «διάρρηξης» του παραδοσιακού επαγγέλματος του ταξιτζή. Ενώ στην Ευρώπη ζούμε τα παραπάνω, στην Αμερική (και στην Κίνα) υπάρχουν ήδη ταξί χωρίς οδηγό, τύπου Waymo, τα οποία μάλιστα πρόσφατα βγήκαν από τα όρια των 5-6 πόλεων που μπορούσε να τα συναντήσει κανείς και μπήκαν στις εθνικές οδούς (ό,τι και αν σημαίνει αυτό, πλέον, και για τους οδηγούς φορτηγών…).

Επομένως, το επάγγελμα του ταξιτζή, μετά από τόσους αιώνες, οδεύει προς εξαφάνιση;

Δεν το πιστεύω – και εδώ ακριβώς έρχεται ο πλήρης κύκλος. Πριν λίγο καιρό στις Βρυξέλλες πήρα ταξί από το αεροδρόμιο για το κέντρο της πόλης και η κίνηση ήταν, ως συνήθως, τραγική. Η εφαρμογή online πλοήγησης έδινε πρόβλεψη πάνω από μια ώρα. Όμως, όταν μπήκαμε στην πόλη ο οδηγός αγνόησε την εφαρμογή και έστριψε σε ένα δρομάκι «άφαντο» (πλακόστρωτο, και ίσως όχι εντελώς νόμιμα, για να είμαι ειλικρινής) το οποίο μετά από ελάχιστα μέτρα οδήγησε σε νέο δρόμο που μείωσε τη συνολική διαδρομή τουλάχιστον κατά είκοσι λεπτά. Εντυπωσιάστηκα, και τον ρώτησα σχετικά: μου απάντησε ότι γεννήθηκε στις Βρυξέλλες, ξέρει την πόλη απέξω κι ανακατωτά, και ότι το GPS το χρησιμοποιεί μόνο συμπληρωματικά ή όποτε το ζητήσουν οι πελάτες.

Εννοείται ότι φεύγοντας κράτησα την κάρτα του.

Αυτή η εμπειρία μου δεν είναι μοναδική, νομίζω. Καθένας μας που συστηματικά χρησιμοποιεί ταξί πιστεύω ότι θα έχει κάτι παρόμοιο να πει. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που υπάρχουν και σχετικές μελέτες (για το Λονδίνο, όπου προφανώς το επάγγελμα του οδηγού ταξί εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού).

Ιδού, επομένως, ο πλήρης κύκλος, που διαμορφώνεται σιγά-σιγά. Οι ψηφιακές τεχνολογίες μέσα σε είκοσι χρόνια άλλαξαν για πάντα ό,τι γνώριζε η ανθρωπότητα για τα ταξί μέσα από τους αιώνες. Τίποτα δεν έμεινε ίδιο. Στο μέλλον πιθανότατα ο ίδιος ο, συνηθισμένος, ταξιτζής να εξαφανιστεί, να έχει αντικατασταθεί από αυτο-οδηγούμενα αυτοκίνητα. Ταυτόχρονα όμως η αξία του έμπειρου ταξιτζή, που θα γνωρίζει πότε να χρησιμοποιήσει την ψηφιακή τεχνολογία και πότε να την αγνοήσει, θα αυξηθεί – και όλοι όσοι χρειάζονται αυτήν ακριβώς την υπηρεσία θα τους προτιμούν (και, πιθανότατα, θα είναι έτοιμοι να πληρώσουν κάτι παραπάνω γι αυτήν).

Οδηγός ταξί «μεταλλαγμένος», επομένως, για το μέλλον – καθώς και μια έντονη υπόμνηση ότι στην ανθρωπότητα γενικά δεν αρέσουν οι ριζικές αλλαγές, δεν είναι αυτός ο τρόπος που λειτουργεί: η “κανονικοποίηση” για κάθε τι καινούργιο εξακολουθεί να είναι ο, ανθρώπινος, κανόνας αντιμετώπισής του.