Συνέπειες, απειλές και το αποτύπωμα της υγειονομικής κρίσης την επόμενη ημέρα.

«Στο Εκουαδόρ οι άνθρωποι ακόμα αναζητούν τις σορούς των συγγενών τους που πέθαναν από κορονοϊό πριν από 4 μήνες. Στην Ιταλία ένα αγόρι παρακαλεί τον ιερέα να τον συγχωρήσει επειδή κατέβασε την μάσκα του όσο βρισκόταν εκτός σπιτιού. Από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχαμε να δούμε τόσους πολλούς ανθρώπους να έχουν μαζικά τραυματιστεί» έγραφε ο Economist στις 29 Αυγούστου 2020 σε άρθρο με τίτλο «Πώς να μειώσετε το ψυχικό τραύμα του κορονοϊού», αποτελώντας ένα ακόμα μέσο που παρομοίαζε την υγειονομική κρίση και τις απώλειές της με αυτές μιας εμπόλεμης κατάστασης παγκόσμιου βεληνεκούς. Όσο όμως κι αν στο πρώτο άκουσμα της, η παρομοίαση αυτή φαντάζει επιτυχής, για ψυχολογικούς κυρίως λόγους, οι ειδικοί διαφωνούν, συγκλίνοντας μάλιστα στην άποψη ότι οι καταγεγραμμένες απώλειες δεν μπορούν να προσδιορίσουν τις μελλοντικές επιπτώσεις. Κι αυτό γιατί η πανδημία έτσι όπως βιώνεται από τον σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο άνθρωπο είναι καινοφανής.

Σε μια προσπάθεια ποσοτικοποίησης των πεπραγμένων να αναφέρουμε ότι η πανδημία έχει την στιγμή που γράφεται το άρθρο αφήσει πίσω της 3.551.592 νεκρούς, σύμφωνα με την καταγραφή του John Hopkins University. Για όσους αναρωτιούνται ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος σύμφωνα με την Wikipedia άφησε πίσω του περίπου 80 εκατ. νεκρούς. Η πανδημία έχει επίσης επηρεάσει την ζωή ακόμα 170.787.066 ανθρώπων οι οποίοι νόσησαν από μια ασθένεια που κατ’ ομολογία είχε υψηλά ποσοστά θνησιμότητας κι ακόμα περισσότερες πιθανότητες νοσηλείας σε εντατική μονάδα, εμπειρία δυσάρεστη ακόμα κι αν το τέλος είναι ευτυχές.

Επιπλέον η πανδημία επηρέασε και την ζωή όσων εκ των 7,8 δισεκατομμυρίων κατοίκων αυτού του πλανήτη δεν νόσησαν. Είτε γιατί έχασαν ένα οικείο τους πρόσωπο, είτε γιατί έζησαν έναν χρόνο και πλέον με την αγωνία μήπως νοσήσουν, είτε γιατί έχασαν τις δουλειές τους, είτε γιατί έχασαν τις κοινωνικές τους συναναστροφές, είτε γιατί έχασαν τους τρόπους ψυχαγωγίας και χαλάρωσής τους. Στην τελική είτε γιατί αναγκάστηκαν να κάνουν πολλά από τα παραπάνω μέσα από μια οθόνη, που στην αρχή φάνταζε σωτήρια, αλλά στη συνέχεια μετατράπηκε σε ένα μη επαρκές υποκατάστατο. Το ερώτημα που γεννάται λοιπόν από όλα τα παραπάνω είναι πώς θα είναι το αύριο, όταν όλο αυτό τελειώσει και για να απαντηθεί θα πρέπει να συνυπολογίσουμε όλα τα μέχρι τώρα δεδομένα.

Είμαστε σε πόλεμο;

«Στις απειλές του σήμερα θα πρέπει να συμπεριλάβουμε μια από τις χειρότερες με τις οποίες μπορεί να έρθει αντιμέτωπο ένα θηλαστικό όπως ο άνθρωπος, αυτήν της ομηρίας» αναφέρει στο 2045.gr o κ. Γιώργος Αλεβιζόπουλος, καθηγητής ψυχιατρικής και ψυχοφαρμοκολογίας και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι η φράση «ζούμε έναν πόλεμο» δεν έχει καμία αντιστοιχία με την πραγματικότητα.

«Ζούμε μια περίοδο τρομοφοβίας και τρομολαγνείας. Το ζούμε έναν πόλεμο είναι κάτι που αδιαμφισβήτητα δεν ισχύει, γιατί αρχικά δεν καταστρέφονται οι υποδομές της κοινωνίας μας και δεν σκάνε βόμβες γύρω μας. Άρα δεν ζούμε σε πόλεμο. Πόλεμο στη ζωή μου έζησα το 1995 όταν επισκέφτηκα τον εμφύλιο στη Ρουάντα  και δεν είχε καμία σχέση με την υγειονομική κρίση, σας διαβεβαιώ”.

“Να δεχτούμε ότι σήμερα έχουμε σαφέστατα μια υγειονομική κρίση, μια βιολογική κρίση, μια κρίση οικονομική, ή μάλλον μια μετάβαση των οικονομικών προτεραιοτήτων, γιατί μην ξεχνάτε ότι όταν κλαίει η Lufhtansa γελάει η Netflix και ούτω καθεξής, αλλά μέχρι εκεί.”

“Όσο μπαίνουμε σε αυτή την αντίληψη ότι ζούμε πόλεμο, η ομηρία που προαναφέραμε γίνεται τραγική και υπό αυτή την ερμηνεία αποτελεί απειλή». Η ομηρία συνδυάζεται με απομάκρυνση τουλάχιστον χρονικά, της ελπίδας κι αυτό έχει κλιμακώσει τα συναισθήματά μας, με αρκετούς ανθρώπους να εμφανίζουν ήδη σημάδια κατάθλιψης.

Όπως επισημαίνει ο ψυχολόγος ψυχοθεραπευτής κ. Νίκος Νικολακάκης στο 2045.gr «περάσαμε από μια εναλλαγή συναισθημάτων, με τον καθένα από εμάς να το βιώνει με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Η αρχική πληροφόρηση, η οποία ερχόταν με αρκετά παράξενο τρόπο μέσα από τις ειδήσεις και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γέννησε τον φόβο. Εκείνη την αρχική περίοδο κοιτούσαμε τις όποιες πληροφορίες παραξενεμένοι κι είχαμε την αίσθηση ότι πρόκειται για κάτι που δεν μας ακουμπά ή αφορά, μια στάση δηλαδή άρνησης, αντίστασης, απέναντι σε μια δύσκολη συνθήκη. Η άρνηση εντάθηκε και από τον ακραίο τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας στην Κίνα, από τις αλλαγές δηλαδή που έφερε στην καθημερινότητα των Κινέζων οι οποίες ήταν κινούνταν έξω από την σφαίρα του δυτικού κόσμου.

Όσο ο ιός ερχόταν πιο κοντά στον φόβο ακολούθησε η αγωνία, μια αγωνία που κλιμακώθηκε στην είδηση των πρώτων κρουσμάτων στην Ελλάδα. Και πάλι ισχυρός παράγοντας της κλιμάκωσης των συναισθημάτων ήταν ο τρόπος που προσπαθήσαμε να πάρουμε απαντήσεις και να ανακουφιστούμε. Ήταν ένα από τα πιο δύσκολα μονοπάτια στα οποία μπήκαμε όλοι μας. Η πρόσβαση δε σε ακραίες πληροφορίες έφερε τον τρόμο, τον θυμό, ακόμα και την απόγνωση κάποιες φορές.

Μετά από έναν χρόνο και πλέον όπου η πανδημική κρίση παρατείνεται και δεδομένου ότι ο βασικότερος άξονας εγκαθίδρυσης της ψυχικής μας υγείας είναι η ελπίδα, υποβαλλόμαστε σε μια συνεχή επαναδιαπραγμάτευση και αρχίζει να χάνεται η ελπίδα ως συνθήκη. Αυτό προκαλείται ένα μούδιασμα, έναν μαρασμό, ο οποίος σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη συνθήκη της απώλειας του ελέγχου που εμπεριέχει η πανδημίας φέρνει την κατάθλιψη. Αυτό ωστόσο εξαρτάται από το πώς διαχειρίζεται ο καθένας τα παραπάνω. Η αλήθεια είναι όμως δεν υπάρχει πατέντα για κάτι πρωτόγνωρο, πρόκειται για μια βαθύτατα βιωματική εμπειρία όπως είναι οτιδήποτε που έχει να κάνει με το άγνωστο και την απώλεια ελέγχου στην κοινωνία μας».

Τα συμπτώματα κατάθλιψης έχουν επισημάνει αρκετές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα για τις ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας.

Ενδεικτικά να πούμε ότι οι βάσει των πρώτων μελετών για την επίδραση της πανδημίας στον γενικό πληθυσμό, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην Κίνα,  καταγράφηκαν επιπτώσεις όπως αυξημένο στρες στο 50% των συμμετεχόντων.

Στην άλλη άκρη του Ειρηνικού, έρευνα του Pew Research Center, έδειξε ότι το 73% των Αμερικανών που συμμετείχαν αισθάνονταν ανήσυχοι τουλάχιστον λίγες ημέρες την εβδομάδα από την έναρξη της πανδημίας.

Κάπως έτσι ήδη από το πρώτο lockdown, οι συνταγές για φάρμακα κατά του άγχους αυξήθηκαν κατά 34%, με την πλειονότητα των ασθενών να συνταγογραφεί φάρμακα για πρώτη φορά κι όχι ως συνέχεια κάποιας θεραπείας.

Ο αντίκτυπος συνεχίστηκε. Τον Αύγουστο του 2020 ο CDC δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας αμερικανικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 5000 ενηλίκων βάσει της οποίας το 40.9% των συμμετεχόντων είχαν τουλάχιστον ένα σχετικό ψυχικό ή συμπεριφορικό πρόβλημα που συνδεόταν με την πανδημία. Τα συμπτώματα στρες και ψυχικού τραύματος που σχετίζονταν με την πανδημία εντοπίστηκαν στο 26,3% του δείγματος ενώ αυτά των αγχωδών διαταραχών και της κατάθλιψης στο 30,9%, του δείγματος.

“Bάσει πρόσφατων στοιχείων του ΟΟΣΑ το 4,7% των Ελλήνων που ανέφερε μέτρια έως σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης προ πανδημίας έφτασε στο 22,8% το 2020”

Αντίστοιχα βάσει της διεπιστημονικής μελέτης που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2021 του Journal of Affective Disorders με τίτλο «Αυτοαναφερόμενες μεταβολές στο άγχος, την κατάθλιψη και την αυτοκτονία κατά τη διάρκεια του lockdown της COVID-19 στην Ελλάδα», το 9,31% του δείγματος εμφάνισε κλινική κατάθλιψη, το 23,31% όσων είχαν ιστορικό κατάθλιψης, υποτροπίασε και το 8,96% όσων δεν είχαν ιστορικό, εκδήλωσαν το πρώτο τους.

Τα παιδιά, ο μεγάλος χαμένος της κρίσης

Σύμφωνα με την καθηγήτρια ψυχιατρικής Ζακλίν Γκολάν του αμερικανικού Πανεπιστημίου Northwestern ακόμα και τώρα που οδεύουμε προς την έξοδο της υγειονομικής κρίσης χάρη στους εμβολιασμούς η «ανάδυση» στο φως μετά από ένα έτος πανδημίας θα αποτελέσει μια δύσκολη μετάβαση για κάποιους και θα απαιτήσει χρόνο».

«Μέχρι σήμερα πολλοί ειδικοί έχουν αναφέρει ότι μετά την πανδημία του κορονοϊού θα μπούμε στην ψυχιατρική πανδημία και γι’ αυτή δεν υπάρχει εμβόλιο» σημειώνει ο κ. Νικολακάκης, εξηγώντας ότι «ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τα ερεθίσματα στηρίζεται στα τρία ΑΑΑ, αντιλαμβάνομαι-αποδέχομαι-αντικαθιστώ. Αφού το κατανοώ γνωστικά μετά πρέπει να το αντιληφθώ και συναισθηματικά. Αυτή είναι η πλέον δύσκολη διαδικασία. Από την στιγμή που θα μπορέσουμε να αποδεχτούμε τη συνθήκη, έρχεται και η αντικατάσταση που είναι ένα πιο εύκολο μονοπάτι. Το κλειδί σε όλο αυτό είναι η αποδοχή. Στην προσπάθειά μας να προσαρμοστούμε περάσαμε πάρα πολλά στάδια κατά το οποία ναι μεν κατανοήσαμε ότι έτσι είναι πλέον η ζωή μας, έτσι πρέπει να δουλεύουμε, αλλά όχι απαραίτητα και το αποδεχτήκαμε.

Το παραπάνω βέβαια δεν ισχύει για όλους και «σε κάθε περίπτωση «θα ήταν επιπόλαιο να πούμε ότι οι συνέπειες θα είναι καλές, κακές, ή αδιάφορες. Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε για καμία καινούργια κατάσταση πώς θα είναι το μέλλον» όπως επισημαίνει ο κ. Αλεβιζόπουλος.

«Ένα πράγμα που μπορούμε να πούμε με σιγουριά είναι πως τα πραγματικά ποσοστά των αγχωδών διαταραχών δεν είναι τόσο υψηλά όσο περιμέναμε. Και σε αυτά παρατηρείται και μεγάλη διακύμανση ανάλογα με τον πληθυσμό τον οποίο εξετάζουμε. Για παράδειγμα οι συνάνθρωποι μας στην Ανατολή το έχουν περάσει από ψυχολογικής σκοπιάς πολύ πιο ήπια σε σχέση με τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς βάσει των σχετικών ερευνών» προσθέτει. Για την ακρίβεια στην Άπω Ανατολή το ποσοστό αύξησης του άγχους και της κατάθλιψης στον πληθυσμό κυμαίνεται στο 17% με μια μετανάλυση, σε σχέση με την Δύση που φτάνει στο 26% βάσει πρόσφατης έρευνας» συμπληρώνει.

«Το βασικό πρόβλημα όμως και το σοβαρότερο κατά την γνώμη μου για το μέλλον είναι η κοινωνική απόσταση στους αναπτυσσόμενους εγκεφάλους, δηλαδή τα παιδιά και τους εφήβους. Για τους αναπτυσσόμενους εγκεφάλους το πλούσιο περιβάλλον οδηγεί σε νευρογέννεση, νευροανάπτυξη άρα και σε πολύ πιο λειτουργικούς εγκεφάλους σε αντίθεση με το φτωχό περιβάλλον που οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Με κλειστά τα σχολεία έχουμε παιδιά που έχουν ζήσει δύο χρόνια σχεδόν στο σπίτι έξω από το φυσικό τους περιβάλλον» τονίζει. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε αντίθεση με την ενήλικη ζωή, η παιδική και εφηβική περίοδος είναι αυτή που οι άνθρωποι περνούν το μεγαλύτερο χρόνο με τους συνομήλικους τους, άρα έχει αφαιρεθεί το σημαντικότερο κομμάτι της ανάπτυξης κοινωνικού τύπου».

«Είμαστε βαθιά μαθησιακά όντα οι άνθρωποι και φυσικά και τα παιδιά που είναι ακριβώς στη φάση που ρουφάνε την γνώση, την πληροφορία και το ερέθισμα, αρχίζουν να εξοικειώνονται με την συνθήκη ότι η πραγματικότητα είναι αυτό. Είναι πράγματι από τους άμεσα πληγέντες, γιατί εμείς ως ενήλικες έχουμε και κάποια εργαλεία μέσα από την υπάρχουσα γνώση, εκείνα όχι. Το παιδί που δεν έχει αυτή την γνώση και την εμπειρία είναι ανίσχυρο προς αυτό, πόσο μάλλον όταν μεγαλώνει με έναν πολύ φοβισμένο ενήλικα» σημειώνει από πλευράς του ο κ. Νικολακάκης.

Να σημειωθεί ότι έρευνα της startup Sentio Solutions που ασχολείται με δράσεις ψυχικής υγείας, έδειξε ότι το 60% των συμμετεχόντων μαθητών και φοιτητών θεωρεί ότι η ψυχική τους υγεία επιδεινώθηκε. Το 26% μάλιστα δήλωνε σύμφωνο με την φράση «μου λείπουν τα πιο διασκεδαστικά χρόνια της ζωής μου».

Πηγή: Sentio Solutions

Η εξ αποστάσεως εργασία

Αναντίρρητη συνθήκη είναι και η εξ αποστάσεως εργασία, στην οποίο ωθήθηκαν πολλοί εργαζόμενοι, με τις πρόσφατες έρευνες να εκτιμούν ότι ο digital nomad και το home office θα παραμείνουν σε μεγάλο ποσοστό και μετά την κρίση. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι η Ελλάδα ήταν μια από τις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά τηλεργαζόμενων στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την Eurostat, προ πανδημίας κατατασσόταν 24η μεταξύ 31 κρατών. Η συνθήκη δείχνει να αλλάζει ραγδαία με τέσσερις στις δέκα εταιρείες να τοποθετούνται θετικά στην προοπτική εφαρμογής της τηλεργασίας και μετά την πανδημική κρίση, σύμφωνα με σχετική έρευνα του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου.  

Αυτή η εξ αποστάσεως εργασία όμως, είναι σύμφωνα με τον κ. Αλεβιζόπουλο κάτι απειλητικό για πολλούς λόγους. «Επί της ουσίας ο εργαζόμενος δεν βρίσκεται στο χώρο που συμβαίνουν οι μεταβολές, δεν έχει τον έλεγχο των καταστάσεων, κάπως έτσι το μήνυμα του “θα δουλεύεις από το σπίτι” μεταφράζεται από πολλούς εργαζόμενους ως “μπορεί να απολυθώ χωρίς να το καταλάβω”. Από αυτόν και μόνο τον συλλογισμό προκύπτουν πολλαπλά προβλήματα, όπως το γνωστό παράδειγμα των μεταπτυχιακών οικονομικών σχολών με τον εργαζόμενο της General Motors πριν από το κραχ. Τι λέει αυτό, ότι ένας εργαζόμενος της αυτοκινητοβιομηχανίας έχει ένα χαλασμένο αυτοκίνητο και 5 χιλιάδες δολάρια στην άκρη. Έρχεται έτσι αντιμέτωπος με το δίλημμα “να πάρω καινούργιο αυτοκίνητο ή θα με διώξουν λόγω κρίσης και θα έχω ξοδέψει τις 5 χιλιάδες και δεν θα έχω δουλειά;”. Μετά από σκέψη αποφασίζει να κρατήσει τις 5 χιλιάδες, να μην αγοράσει αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα η General Motors να κλείσει και ο εργαζόμενος να χάσει τη δουλειά του, ξοδεύοντας μέσα σε ένα μικρό διάστημα τις 5 χιλιάδες του. Κάτι δηλαδή σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία με πολλαπλές προεκτάσεις».

Η τεχνολογία σύμμαχος ή δυνητικός εχθρός

Ένας ακόμα μεγάλος χαμένος της πανδημίας ήταν πέρα από τα παιδιά και οι κοινωνικές επαφές.

«Η πανδημία έφερε μεγάλη στροφή στο πως επικοινωνούμε και πώς σχετιζόμαστε, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανθρωπότητα έχει περάσει από πολλά καταστροφικά μονοπάτια καταφέρνοντας πάντα να ξαναβρεί τα πατήματά της. Η προσαρμογή άλλωστε δεν σημαίνει καταστροφή, αλλά μια νέα ματιά για το πώς βλέπουμε την πραγματικότητα.”

“Είναι μια ευκαιρία επανατοποθέτησης υπό ένα διαφορετικό πρίσμα, αλλά όχι καταστροφολογίας. Βήμα-βήμα πιστεύω ότι οι ανθρώπινες σχέσεις θα ξαναθριαμβεύσουν.”

“Ωστόσο θέλει τον χρόνο του, μην ξεχνάμε ότι υπομονή σημαίνει συμμαχία με τον χρόνο» αναφέρει σχετικά ο κ. Νικολακάκης.

Εξίσου αδιαμφισβήτητα βέβαια η ανάγκη για κοινωνική επαφή μας εξοικείωσε αναπόφευκτα με την τεχνολογία. Κι αυτή η εξοικείωση θα μπορούσε να αποτελέσει μια κάποια λύση στην περίπτωση των παιδιών.

«Στην περίπτωση των παιδιών που προαναφέραμε θα μπορούσαν να υπάρξουν αντιρροπιστικοί μηχανισμοί ανάπτυξης, οι οποίοι θα προκύψουν μέσα από τις πληροφορίες που παίρνει κανείς από τον υπολογιστή. Το αν θα υπάρξουν δεν μπορούμε να το ξέρουμε ακόμα, γιατί το σύστημα του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι χαοτικό με την έννοια της φυσικής υπόστασης της χαοτικής εξίσωσης» τονίζει ο κ. Αλεβιζόπουλος.

«Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ένας σημερινός άνθρωπος λαμβάνει ημερησίως τόσες πληροφορίες όσες έπαιρνε στην διάρκεια ολόκληρης της ζωής του ένας άνθρωπος του 1900. Άρα λοιπόν η εκγύμναση που κάνουμε στον εγκέφαλό μας μέσα σε μια ημέρα αντιστοιχεί στην ζωή ενός ανθρώπου το 1900. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουμε πολύ πιο αποτελεσματικό εγκέφαλο κατά μέσο όρο σε σχέση με 100 χρόνια πριν»

Σε κάθε περίπτωση κι άσχετα με το αν οι «μηχανές» καταφέρουν να εξισορροπήσουν την κατάσταση, το σίγουρο είναι ότι η εξάρτηση του ανθρώπου από αυτές αυξάνει μέρα με την ημέρα. «Όσο ο άνθρωπος εξελίσσεται κατ’ αυτόν τον τρόπο κι ο εγκέφαλός του προσπαθεί να φτιάξει τελικά προϊόντα επεξεργασίας πληροφορίας, τόσο πιο πολύ εξαρτάται από τις μηχανές» εξηγεί ο κ. Αλεβιζόπουλος. «Να το εξηγήσουμε. Επειδή ακριβώς είναι πάρα πολλές οι πληροφορίες που λαμβάνουμε ο εγκέφαλός μας κάνει μια οικονομία και προσπαθεί να φτιάξει τελικά προϊόντα επεξεργασίας κι όχι να επεξεργαστεί την ίδια την πληροφορία. Για παράδειγμα ξέρουμε ότι το να κάνεις έναν πολλαπλασιασμό γυμνάζει το μυαλό σου σε σχέση με το αν τον κάνει το κομπιουτεράκι. Αλλά είναι άδικο να πούμε ότι αν ένα παιδί δεν κάνει έναν πολλαπλασιασμό με το μυαλό δεν γυμνάζει το μυαλό του γιατί αντίστοιχα το γυμνάζει με την διαχείριση του αποτελέσματος που του έδωσε η μηχανή. Είναι μια ποιοτική διαφορά στην περίπτωση αυτή, γιατί όπως έλεγε κι ο Μαρξ, μεγάλες ποσοτικές διαφορές κάνουν ποιοτικές διαφορές. Η ποσοτική διαφορά του χρόνου που εξοικονομούμε, στην πραγματικότητα κάνει ποιοτική διαφορά στο παράδειγμά μας. Άλλωστε το βιβλίο του σήμερα είναι η οθόνη και για τα παιδιά και δεν θεωρώ κακό κατ’ ανάγκη να εξοικειώνονται μαζί της. Δηλαδή σκεφτείτε αν 30 χρόνια πριν η κόρη σας διάβαζε ατελείωτα βιβλία θα της λέγατε “παν μέτρον άριστο” μην διαβάζεις, δεν νομίζω».

Η εξέλιξη της επικοινωνίας στην μετά-κορονοϊό εποχή

Αναρίθμητες έρευνες της πανδημικής περιόδου επισφραγίζουν και την μεγάλη στροφή στην διαδικτυακή επικοινωνία. Η εξοικείωση μας με αυτή μάλιστα εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στην διατήρησή της και μετά την κρίση. Σημειωτέον ότι στην περίπτωση της χώρας μας και σύμφωνα με την Focus Bari, η χρήση Ίντερνετ έχει φτάσει στο 96% των Ελλήνων 13-74 ετών, έχοντας μάλιστα ξεπεράσει το 70% στις ηλικίες 65-74. Την ίδια στιγμή επτά στους δέκα Έλληνες δηλώνουν καθημερινοί χρήστες των social media, επικοινωνώντας μέσα από αυτά. Τι θα μπορούσε να σημάνει αυτό για το μέλλον της επικοινωνίας;

«Πλέον τα instant messages έχουν υποκαταστήσει την γλωσσική επικοινωνία κι αυτό είναι κάτι που θα συνεχιστεί. Είναι το ίδιο ακριβώς που συμβαίνει με την μαγειρική, επειδή δουλεύω δεν έχω χρόνο να μαγειρέψω έτσι στρέφομαι σε έτοιμο φαγητό. Η συνεχή χρήση με ωθεί σιγά σιγά να ξεχάσω τη γεύση του σπιτικού φαγητού και να το εξισώσω στο μυαλό μου με ένα δώρο διακοπών. Είναι μεν σημαντικό αλλά επειδή οι συνθήκες είναι τέτοιες και δεν μπορώ να το απολαύσω, το αφήνω στην άκρη. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ισχύσει στο μέλλον και με τη γλώσσα» σημειώνει ο κ. Αλεβιζόπουλος.

«Μην ξεχνάμε ότι αν λάβουμε υπόψη μας την αύξηση της υπολογιστικής ικανότητας μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια θα μπορούμε να συζητάμε για έναν υβριδικό άνθρωπο, ο οποίος θα μπορούσε να πλησιάζει το κινητό στο συνάδελφό του ώστε να έχει αυτόματα πρόσβαση στο WiFi χωρίς να χρειάζεται να του τον πει. Η υπολογιστική δύναμη των μηχανών έχει γίνει πολύ πιο γρήγορη από εμάς, η επικοινωνία των μηχανών είναι πολύ πιο αποτελεσματική από εμάς κι επειδή ακριβώς όλα τα θηλαστικά, είμαστε ζώα συνήθειας, αυτό θα μπορούσε να μετασχηματίσει μια άλλη ανθρώπινη δομή, έναν “μετα-άνθρωπο”. Τι σημαίνει αυτό, ότι θα είναι διαφορετικός, όπως είναι κι ο σημερινός άνθρωπος από αυτόν του 1900» συμπληρώνει.

Στα παραπάνω θα συμβάλλει μεταξύ άλλων και η πρόοδος που συντελείται αυτή την περίοδο στην εικονική πραγματικότητα, όπως επισημαίνει ο κ. Αλεβιζόπουλος που είναι μέλος της ερευνητικής ομάδας ΑΓΩ και πειραματίζεται με avatar τα οποία προσθέτουν στην εικονική πραγματικότητα αισθήσεις – φανταστείτε να σας έδινε κάποιος το χέρι του εικονικά και να το νιώθατε.

Όσο για το αν η πραγματικότητα, εικονική η μη, από εδώ και πέρα θα μοιάζει κάτι τρομακτικό απαντά: «από το σπήλαιο του Πλάτωνα μέχρι τον Ίλον Μασκ, θα μπορούσαμε να είμαστε σε μια εικονική πραγματικότητα. Όλα είναι θέμα αντίληψης, του πως εμείς ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Το μεγάλο χάρισμα που έχουμε όμως ως όντα είναι ότι κάποιος, όπως θέλετε πείτε τον, μας προίκισε με την ικανότητα να μπορούμε να φανταζόμαστε αφηρημένες έννοιες. Γι’ αυτό έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στον άνθρωποι ότι θα καταφέρει να ξεπεράσει τα πάντα».