Απειλεί η τεχνητή νοημοσύνη τα media; Πώς το ΑΙ αλλάζει το παιχνίδι στην αναζήτηση της πληροφορίας και τι αλλαγές φέρνει στα online Μέσα Ενημέρωσης;

Η σχέση των μέσων επικοινωνίας με το διαδίκτυο μπορεί να χαρακτηριστικά ως απλά περίπλοκη. Είναι γεγονός ότι εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα και, σε σχετικά μικρότερο βαθμό, τηλεοπτικοί σταθμοί έσπευσαν να αγκαλιάσουν το νέο μέσο. Όλα αυτά, περίπου 35 χρόνια πριν.

Σήμερα, πολλοί από τους ενθουσιώδεις πρωτοπόρους θυμούνται το «στερνή μου γνώση», καθώς το διαδίκτυο αποδείχθηκε μια εξαιρετικά δύσκολη αρένα και η παρουσία σε αυτό δεν συνεπαγόταν επιβίωση.

Σε ένα μεγάλο βαθμό η παραγωγή και διάχυση ειδησεογραφικού περιεχομένου ήταν,  ανέκαθεν, μια δύσκολη και ζημιογόνα εργασία. Πολλά έντυπα εξασφάλιζαν την οικονομική τους επιβίωση από άλλες υπηρεσίες. Οι μικρές αγγελίες αποτέλεσαν αιμοδότη των εφημερίδων, ίσως πιο πιστό και διαρκή από τις διαφημίσεις που ήταν η κύρια πηγή χρηματορροών για τα περιοδικά ή τα ραδιοτηλεοπτικά έντυπα.  Τέτοιου είδους πηγές στέρεψαν απότομα με αφορμή ή αιτία το διαδίκτυο. Η επιβίωση των πραγματικών ΜΜΕ έγινε πιο δύσκολη.

Σήμερα, η πραγματικότητα είναι εξίσου σκληρή και για τα μέσα της νέας γενιάς, αυτά που δημιουργήθηκαν μέσα στην ψηφιακή ευδαιμονία.

Υπάρχουν πολλές επιλογές για να πιάσουμε το νήμα, ας ξεκινήσουμε από κάτι σχετικά πολυδιατυπωμένο – την κατάθεση του Eddy Cue, υψηλόβαθμου στελέχους της Apple, στη δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη στις ΗΠΑ με θέμα «είναι η Google μονοπώλιο;» Ο Cue προκάλεσε αίσθηση όταν αποκάλυψε ότι ο όγκος των αναζητήσεων στις συσκευές της Apple, όπου η Google είναι η προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης, μειώθηκε τον Απρίλιο του 2025 «για πρώτη φορά εδώ και 22 χρόνια» όπως είπε, καθώς όλο και περισσότεροι χρήστες στρέφονται σε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης. Η αίσθηση που προκάλεσε η δήλωση αυτή, δεν περιορίστηκε στη δικαστική αίθουσα, αλλά επεκτάθηκε ως την Wall Street όπου η μετοχή της Google δέχθηκε έντονες πιέσεις.  Η δε Google αμφισβήτησε τα λεγόμενα του Cue.

Αλλά αυτού του είδους οι πιέσεις είναι παροδικές.

Τις πιο έντονες και διαρκείς πιέσεις δεν τις δέχεται η Google αλλά αυτοί που σε μεγάλο βαθμό εξαρτώνται από τις υπηρεσίες αναζήτησης της Google για να αποκτήσουν μια πολυπόθητη θέση στην οθόνη μας.  Δύσκολα θα βρείτε άλλη κατηγορία παραγωγών περιεχομένων που να εξαρτώνται -πια- τόσο πολύ από την Google όσο τα ΜΜΕ.

Η σχέση αυτή δεν είναι αμφίδρομη. Ένα πείραμα που διεξήγαγε η Google αφαιρώντας ειδησεογραφικό περιεχόμενο από το 1% των χρηστών σε Ελλάδα και άλλες επτά χώρες-μέλη της Ε.Ε.  έδειξε ότι δεν υπήρξε μεταβολή στα έσοδα της Google από διαφημίσεις που προβάλλει στην υπηρεσία αναζήτησης. Στο πείραμα μετείχε αρχικά και η Γαλλία αλλά αντέδρασε η ένωση των εκδοτών που πέτυχε τον στόχο της με μια δικαστική απόφαση που απειλούσε την Google με ημερήσιο πρόστιμο 900.000 ευρώ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Αρκεί αυτό για να αντιληφθούμε ποιος έχει το πάνω χέρι σε αυτή τη σχέση.

Φωτογραφία: Stephen Phillips – Hostreviews.co.uk on Unsplash

Μπορούμε να μείνουμε και άλλο στο παρελθόν αλλά δεν υπάρχει λόγος, η σχέση εξάρτησης των ΜΜΕ από τις υπηρεσίες της Google είναι σαφέστατη. Ερχόμαστε στον παρόντα χρόνο. Και σε μια κηδεία. Ή μεταμόρφωση, εξαρτάται από το πώς το βλέπει κανείς.

To SEO στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης

Επί περίπου 15-20 χρόνια η κατάκτηση της κορυφής (της οθόνης) στα αποτελέσματα μιας αναζήτησης περνούσε από το μαγικό Search Engine Optimisation (SEO). To πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας το SEO είναι θέμα οπτικής γωνίας. Η Google λέει ότι το «το περιεχόμενο είναι βασιλιάς», ότι επιβραβεύει παραγωγούς με υψηλής ποιότητας περιεχόμενο το οποίο σχετίζεται με τις εκάστοτε αναζητήσεις των χρηστών, ότι είναι μια διαρκής διαδικασία εξέλιξης και ότι έχει και τεχνικές πλευρές που θα πρέπει να λάβει κάποιος υπόψιν. Βεβαίως στην πορεία αναπτύχθηκαν σχολές σκέψης, προσεγγίσεις, λύσεις (συν όσες αυτοπροβλήθηκαν ως μαγικές), το καλό SEO, το όχι καλό SEO και το άσχημο SEO. Όπως και αν το δούμε, στον πυρήνα του SEO ήταν οι λέξεις-κλειδιά, οι λέξεις δηλαδή που εισάγουν οι χρήστες στο πεδίο της αναζήτησης. Χωρίς λέξεις-κλειδιά, δεν μπορεί να υπάρξει αναζήτηση.

Υπέροχα, αλλά με την αυγή των AI chatbots υπήρξε μια αλλαγή στο βασικό μοντέλο αναζήτησης πληροφορίας. Πλέον ο χρήστης δεν εισάγει λέξεις-κλειδιά με τυχαία σειρά και χωρίς κανέναν γραμματικό ή συντακτικό κανόνα, αλλά φράσεις. Το γεγονός ότι με τη σύνδεση σε ένα AI chatbot ενεργοποιείται σχεδόν αυτόματα η συνθήκη του διαλόγου, κάνει τους χρήστες (έστω, την πλειονότητά τους) να κάνουν διαλογική συζήτηση με τη μηχανή.

Δεν λένε πια «Κρήτη διακοπές Σεπτέμβριο» αλλά κάνουν πιο ολοκληρωμένα ερωτήματα. «Θέλω τέσσερις προτάσεις για διακοπές στην Κρήτη τον Σεπτέμβριο με παιδιά» ή «Δώσε μου τρεις προτάσεις για διακοπές στη Κρήτη τον Σεπτέμβριο σε ξενοδοχείο που να δέχεται κατοικίδια».

Το chatbot θα απαντήσει με ό,τι έχει εντοπίσει σχετικά με το ερώτημα αλλά η συζήτηση δεν σταματά εκεί. Ο χρήστης μπορεί να επανέλθει με εξειδικευμένα ερωτήματα και επιπλέον απαιτήσεις, κάτι δηλαδή που δεν συνέβαινε στην απλή αναζήτηση.

Το ξενοδοχείο της Κρήτης που είχε χτίσει μια καλή εικόνα μέσω SEO, θα έβγαινε ψηλά σε μια σχετική αναζήτηση και θα έβλεπε τον αριθμό των επισκεπτών του website του να ανεβαίνει, δεν είναι βέβαιο ότι θα έχει την ίδια εμπειρία σε μια εποχή chatbots.

Εύκολα μπορεί κανείς να μιλήσει για τον θάνατο του SEO αλλά ίσως αυτή η φράση να είναι κάπως βαριά, μπορεί να προτιμήσετε τον όρο μεταμόρφωση. Το SEO μεταμορφώνεται σε Generative Engine Optimization (GEO), μια αρκετά πιο πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί πολλαπλάσια προσήλωση στην ανάπτυξη περιεχομένου. Η ειρωνεία εδώ είναι ότι σε μια εποχή που δεκάδες κείμενα παράγονται με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, οι απαιτήσεις σε επίπεδο GEO είναι τέτοιες που δίνει στην κλασική, ανθρώπινη δημιουργικότητα πολλές ευκαιρίες έκφρασης. Ορισμένα ΜΜΕ όπως ο Guardian επιλέγουν να συνεργαστούν με τις εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης ώστε το περιεχόμενό τους να προσφέρεται ως πηγή, ακριβώς για να ενισχύσουν την (με όρους SEO / GEO) ορατότητά τους στους χρήστες.

Όμως ένα πράγμα είναι η προβολή στην οθόνη αποτελεσμάτων και άλλο η συνειδητή επιλογή του χρήστη να κάνει το πολυπόθητο κλικ ώστε να καταγραφεί άλλη μια επίσκεψη στο website.

Την ανησυχία των εκδοτών καταγράφει (και) Ινστιτούτο Reuters στην έκθεσή του για την ψηφιακή ειδησεογραφία για το 2025, από την οποία όμως προβάλει μια μικρή αχτίδα ελπίδας. «Με τις μεγαλύτερες τεχνολογικές πλατφόρμες να ενσωματώνουν περιλήψεις τεχνητής νοημοσύνης και άλλα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με ειδήσεις, οι εκδότες ανησυχούν ότι αυτές οι λειτουργίες θα μπορούσαν να μειώσουν περαιτέρω την επισκεψιμότητα» στους ιστοτόπους τους, γράφει ο Nic Newman στην περίληψη της έκδοσης. Πού έγκειται η αισιοδοξία; «Σε έναν κόσμο που αυξάνονται όλο και περισσότερο το συνθετικό περιεχόμενο και η παραπληροφόρηση, όλες οι γενιές εξακολουθούν να εκτιμούν αξιόπιστες μάρκες με ιστορικό ακρίβειας, ακόμη και αν δεν τις χρησιμοποιούν τόσο συχνά όσο κάποτε», γράφει ο Newman. Ενθαρρυντικό μεν, αλλά αφορά λιγοστά μέσα ευρείας κλίμακας και ένα μέρος μόνο των εργαζομένων στον χώρο της ενημέρωσης.

Σε αναζήτηση αναγνωστών

Στοιχεία της Similarweb που επικαλέστηκε η Wall Street Journal σε ένα πρόσφατο δημοσίευμά της, δείχνουν ότι η κίνηση σε μεγάλα ενημερωτικά website βρίσκεται σε καθοδική πορεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η αμερικανική εφημερίδα, η κίνηση προς την ομπρέλα των ιστοτόπων τou Business Insider έχει υποχωρήσει κατά 55% στην τελευταία τριετία. Στους New York Times, το μερίδιο της κίνησης που προέρχεται από τις αναζητήσεις έπεσε στο 36,5% τον Απρίλιο έναντι 44% τον αντίστοιχο μήνα του 2022.

Ο διευθυντής του Atlantic δήλωσε ενώπιον συνεργατών -που μάλλον τον άκουσαν εμβρόντητοι- ότι αναμένει μηδενισμό της κίνησης που προέρχεται από την υπηρεσία αναζήτησης στην Google. Αντίστοιχους φόβους ίσως με όχι τόσο δραματικό βαθμό διατυπώνουν στελέχη και άλλων ΜΜΕ. Ο κόσμος δείχνει να μένει στα αποτελέσματα αναζήτησης και στην οθόνη συζήτησης με τα chatbots και να μην προχωράει παρακάτω, δηλαδή να κάνει το πολυπόθητο κλικ που θα τον οδηγήσει στον ιστότοπο του ειδησεογραφικού μέσου.

Η αιτία είναι διπλή. Πρώτον, έχουμε τον μετασχηματισμό της υπηρεσίας αναζήτησης της Google σε υπηρεσία απαντήσεων και μπορείτε να δείτε μόνοι σας τι σημαίνει αυτό. Στα τέλη Μαΐου 2025 η Google ανακοίνωσε τη διαθεσιμότητα των AI Overviews και για την Ελλάδα. Αρκεί να βάλετε μερικές λέξεις-κλειδιά και η υπηρεσία αναζήτησης να σας εμφανίσει μια ολοκληρωμένη απάντηση παραθέτοντας σχετικές πηγές. Η απάντηση δεν είναι απαραιτήτως πάντοτε σωστή ή απόλυτα ενημερωμένη, αλλά πάντοτε συνοδεύεται από παραπομπές για να αποδείξει ότι το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης δεν πάσχει από παραισθήσεις. Kάποια λάθη «βγάζουν μάτι» κατά το κοινώς λεγόμενο, σε βαθμό που η εταιρεία υποχρεώθηκε να δώσει κάποιες εξηγήσεις. Δεν έλειψε και η κριτική.

«Η προσπάθεια της Google να παρέχει απαντήσεις και όχι αποτελέσματα αναζήτησης ενέχει τον κίνδυνο να συγχέει τη δημοτικότητα και την ακρίβεια με την αλήθεια. Το γεγονός ότι κάποιες πληροφορίες αναφέρονται συχνά ή ταιριάζουν με ένα ερώτημα δεν σημαίνει ότι είναι αληθινές. Η αξιολόγηση της αλήθειας απαιτεί μια διαφοροποιημένη προσέγγιση, που συχνά περιλαμβάνει πολλαπλές πηγές και κριτική ανάλυση – μια διαδικασία που δεν μπορεί να αυτοματοποιηθεί πλήρως», σχολίασε ο καθηγητής Kristian Hammond σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο Center for Advancing Safety of Machine Intelligence του  Πανεπιστημίου Northwestern.

Παρά τις αδυναμίες, όμως, η Google δεν δείχνει διατεθειμένη να αλλάξει πορεία και τα AI Overviews απειλούν να διαρρήξουν τη σχέση της Google με τους παραγωγούς περιεχομένου συνολικά και αυτό δεν είναι απλώς μια εκτίμηση. Τον περασμένο Φεβρουάριο, η εταιρεία Chegg, η οποία προσφέρει εκπαιδευτικό υλικό μέσω διαδικτύου κινήθηκε νομικά κατά της Google. Υποστηρίζει ότι με τον μηχανισμό των AI Overviews, η Google κρατά τους χρήστες στο δικό της περιβάλλον, με αποτέλεσμα η επιβίωση της Chegg να απειλείται καθώς η κίνηση προς το website της υποχωρεί. Μαζί υποχωρεί και ο αριθμός των δυνητικών συνδρομητών στις δικές της υπηρεσίες.

Αν αυτό συμβαίνει για ένα εξειδικευμένο site, μοιραία θα επηρεαστούν και τα ΜΜΕ που απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό. Σε αναζήτηση απαντήσεων, πολλά ΜΜΕ επενδύουν σε υπηρεσίες όπως newsletters, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν το κοινό τους και να μειώσουν στον βαθμό του εφικτού την εξάρτησή τους από το Google. Το αποτέλεσμα είναι ότι από τον ανταγωνισμό στην οθόνη των αποτελεσμάτων αναζήτησης, ο ανταγωνισμός μεταφέρεται σε έναν πιο προσωπικό χώρο του αναγνώστη – το γραμματοκιβώτιό του. Κάθε πρωί μερικά newsletters υπόσχονται να δώσουν μια ολοκληρωμένη γεύση των όσων συνέβησαν στη διάρκεια της νύχτας και της προηγούμενης ημέρας και να προετοιμάσουν τον αναγνώστη για την ημέρα που μόλις ξεκίνησε. Ανάλογα ποιον θα ρωτήσετε, θα σας πει ότι 15-30% ανοίγουν ένα newsletter, ενώ 10%-15% πατούν κάποιο σύνδεσμο για να οδηγηθούν στο website του παρόχου περιεχομένου. Είναι θέμα απλών μαθηματικών να διαπιστώσει κανείς την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης οδού επικοινωνίας.

Άρα δεν υπάρχει ελπίδα για τα ΜΜΕ; Η μελέτη των Reuters – Οξφόρδης υπογραμμίζει ότι το κοινό επιστρέφει στους παραδοσιακούς ειδησεογραφικούς οργανισμούς όταν θέλει να ελέγξει την αξιοπιστία μιας δημοσίευσης ή ενός βίντεο που είδε σε κάποια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Βεβαίως, μια τέτοια σχέση, όπου τα συμβατικά ΜΜΕ επαληθεύουν ή διαψεύδουν μια είδηση που κάποιος έχει «καταναλώσει» στα κοινωνικά δίκτυα, δεν αποτελεί εγγύηση υψηλής επισκεψιμότητας, κάτι που είναι προαπαιτούμενο με βάση τον τρόπο που λειτουργούν σήμερα τα μέσα και η διαφημιστική αγορά.

Σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, τα ΜΜΕ αντιμετωπίζουν και έναν άλλον αντίπαλο. Εκ των έσω αυτή τη φορά.

Οι δημιουργοί περιεχομένου επιστρέφουν

Όποιος θυμάται τη σύντομη άνοιξη των ελληνικών blogs στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και κυρίως στο δεύτερο μισό της, ίσως να γνωρίζει για τι μιλάμε. Η άνοιξη αυτή (όπως κάθε εποχή) έφτασε στο τέλος της και από την εποχή των blogs περάσαμε σε πλατφόρμες που προωθούν την ιδέα της συνδρομής. Εδώ βλέπουμε το Medium ως μια πρώτη προσέγγιση και λίγο μεταγενέστερα το Substack. Αρκετοί δημοσιογράφοι και άλλοι επαγγελματίες που ασχολούνται με την παραγωγή περιεχομένου δοκιμάζουν τις δυνατότητές τους σε αυτές τις πλατφόρμες. Κάποιοι πολύ και κάποιοι λιγότερο επιτυχημένα, όλοι όμως επιχειρούν να δημιουργήσουν τη δική τους αγορά μακριά από το πλαίσιο ενός μέσου ενημέρωσης.

Σε άλλες περιπτώσεις, μικρές ομάδες επαγγελματιών δημιουργούν ειδησεογραφικά μέσα που δεν ανήκουν σε κάποιον μεγάλο όμιλο και υπογραμμίζουν την ανεξαρτησία τους από τους περιορισμούς που μπορεί να θέτει η παρουσία ενός μεγάλου χρηματοδότη. Όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε σε μια νέα περίοδο μετασχηματισμού για τα ΜΜΕ με καταλύτη για άλλη μια φορά την ψηφιακή τεχνολογία. Κρίνοντας από τα προηγούμενα επεισόδια μετασχηματισμού, η άκρατη αισιοδοξία καλό είναι να αποφεύγεται…