Ο κυβερνοπόλεμος δεν αποτελεί τον κυρίως πόλεμο, ούτε αποφασίζει την τελική νίκη ή ήττα, όμως, βοηθά έμμεσα, καταπονώντας τον αντίπαλο.

Αυτή την περίοδο στην Ουκρανία εκτός από τον πόλεμο στο πεδίο της μάχης διεξάγεται και πόλεμος στον κυβερνοχώρο (ό,τι και αν περιλαμβάνει αυτός, δηλαδή όχι μόνο το ίντερνετ αλλά και οτιδήποτε ψηφιακό). Κάτι τέτοιο δεν μας είναι άγνωστο ή πρωτόγνωρο, ίσα ίσα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι κυβερνοπόλεμος διεξάγεται συνεχώς εδώ και χρόνια τόσο μεταξύ «μικρότερων» κρατών (πχ. Ισραήλ – Ιράν ή Ρωσίας με όλες τις γειτονικές της Δυτικές χώρες) όσο και «μεγαλύτερων» αντιπάλων (ΗΠΑ – Κίνας).

Όμως, η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, η γενναία άμυνα των Ουκρανών και οι κυρώσεις της Δύσης έφεραν το θέμα στο προσκήνιο με ένταση – τόση, ώστε το ΝΑΤΟ στο νέο (ανατολικά, για μια ακόμα φορά…) στραμμένο δόγμα του από κοινού με τις, παραδοσιακές, στρατιωτικές δυνάμεις αέρος, ξηράς και θάλασσας να κάνει ειδική μνεία, στο ίδιο επίπεδο με αυτές, και στον κυβερνοπόλεμο.

Το θέμα προφανώς είναι πολύ μεγάλο για να αναλυθεί έστω και ακροθιγώς εδώ, επομένως ακολουθούν μόνο μερικές, αναγκαστικά εισαγωγικές, σκέψεις με στόχο να μας βάλουν στο κλίμα:

  1. Ο κυβερνοπόλεμος είναι ακήρυχτος. Επειδή η επιθετική πράξη δεν συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο (άλλο αν τα αποτελέσματά της μπορεί να είναι «πραγματικά»), κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ούτε πότε ξεκινά ούτε πότε τελειώνει. Επιθέσεις σημειώνονται καθημερινά, εναντίον διαφορετικών στόχων σε διαφορετικά κράτη. Θα μπορούσε δηλαδή να πει κανείς ότι όλα τα έθνη βρίσκονται σε διαρκή εμπόλεμη κατάσταση κυβερνοπολέμου εδώ και χρόνια.
  2. Ο κυβερνοπόλεμος δεν διεξάγεται μεταξύ κρατών. Είναι εξαιρετικά σπάνιο μια κυβερνοεπίθεση να αποδοθεί σε ένα κράτος, δηλαδή στις «επίσημες» κρατικές του υπηρεσίες ή στις ένοπλες δυνάμεις του. Ακόμα και σε περιπτώσεις που μπορούμε να υποθέσουμε τι συνέβη (όπως, για παράδειγμα, ότι πίσω από τον Stuxnet ήταν το Ισραήλ) και πάλι δεν υπάρχει τρόπος να είμαστε απολύτως σίγουροι (ούτε, φυσικά, κανένα κράτος θα παραδεχτεί δημόσια την ενοχή του). Τις περισσότερες φορές οι κυβερνοεπιθέσεις ανατίθενται από ένα κράτος σε «εξωτερικούς συνεργάτες», που δεν μπορούν να συνδεθούν εύκολα με αυτό.
  3. Ο κυβερνοπόλεμος είναι α-τυπικός, δηλαδή δεν εντάσσεται εύκολα στις ήδη γνωστές μας κατηγορίες πολεμικών επιχειρήσεων. Στην Ουκρανία η Ρωσία πέρασε τα σύνορα με τις στρατιωτικές της δυνάμεις και άρχισε να πυροβολεί εναντίον στρατού και αμάχων. Αυτή είναι μια ενέργεια που εντάσσεται στις ήδη γνωστές μας κατηγορίες, και ενδεχομένως στα εγκλήματα πολέμου. Στον κυβερνοχώρο όμως ποια θα ήταν μια αντίστοιχη ενέργεια; Το «φύτεμα» ενός ιού; Το «φύτεμα» ενός κατασκοπευτικού προγράμματος; Το «κατέβασμα» ουκρανικών ιστότοπων; Η επίθεση στο λογισμικό που υποστηρίζει τις υποδομές της Ουκρανίας (ρεύμα, νερό, τηλεπικοινωνίες) με σκοπό τη διακοπή της αντίστοιχης υπηρεσίας; ‘Η μήπως, η δημιουργία ψεύτικων προφίλ στο Facebook για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και το «σπάσιμο» του ηθικού των Ουκρανών; Καθένα από τα παραπάνω; Κάποια από αυτά; Όλα μαζί; Από την άλλη μεριά, η Δύση απαγόρευσε την πώληση οποιουδήποτε προϊόντος υψηλής τεχνολογίας στη Ρωσία, με τη (δηλωμένη) ελπίδα σύντομα όλες οι κρατικές της υποδομές να «πέσουν» λόγω έλλειψεων σε hardware και ενημερώσεων λογισμικού: Μήπως και αυτό συνιστά πράξη κυβερνοπολέμου;
  4. Ο κυβερνοπόλεμος δεν έχει μετρήσιμα θύματα. Κατά κανόνα οι κυβερνοεπιθέσεις δεν οδηγούν, άμεσα τουλάχιστον, σε απώλεια ανθρώπινων ζωών ή σε τραυματισμό. Πρόκειται για επιθέσεις σε ψηφιακές υποδομές, όχι σε σπίτια ή σε στρατόπεδα. Επιδιώκουν τη καταστροφή ή τη δυσλειτουργία, όχι την απώλεια ανθρώπινης ζωής – τουλάχιστον όχι άμεσα, αφού έμμεσα εννοείται πως μια επιτυχημένη κυβερνοεπίθεση μπορεί να οδηγήσει και σε ανθρώπινα θύματα.

Οι παραπάνω λίγες σκέψεις δίνουν το βασικό περίγραμμα του κυβερνοπολέμου. Ένας πόλεμος ακήρυχτος, άτυπος, ασυνήθιστος, χωρίς μετρήσιμα θύματα. Θα μπορούσε κιόλας να ισχυριστεί κανείς, ότι είναι ένας πόλεμος και χωρίς μετρήσιμα οφέλη για όσους τον διεξάγουν, μια διαπίστωση όμως μάλλον άτοπη αφού, επειδή στην πράξη, αφού κάποιοι κάνουν κυβερνοπόλεμο έτσι ή αλλιώς, όλοι οι υπόλοιποι είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο κυβερνοπόλεμος πιο πολύ μοιάζει με τον, ήδη γνωστό, ανταρτοπόλεμο (guerilla warfare), παρά με παραδοσιακό πόλεμο. Με τη βασική εξαίρεση των ανθρώπινων θυμάτων, και ο ανταρτοπόλεμος είναι ακήρυχτος, δεν διεξάγεται με παραδοσιακά μέσα, ούτε μεταξύ «επίσημων» στρατιωτικών ομάδων. Συχνά δεν έχει σαφές σημείο έναρξης ή λήξης, ούτε σαφείς (συμφωνημένους από όλους, τουλάχιστον) στόχους. Επιπλέον, και άλλα, μικρότερης σημασίας, χαρακτηριστικά είναι κοινά μεταξύ των δύο: Διεξάγονται από μικρές ομάδες, δεν απαιτούν πολλά χρήματα, και αποσκοπούν στη φθορά ή δυσλειτουργία, δηλαδή στην καταπόνηση, και όχι στην κατάκτηση ή επικράτηση, δηλαδή στην απόκτηση.

Γιατί είναι χρήσιμη μια τέτοια αναγωγή; Επειδή, ίσως, δίνει με σαφέστερο τρόπο τον ρόλο του κυβερνοπολέμου. Δεν αποτελεί τον κυρίως πόλεμο, ούτε αποφασίζει την τελική νίκη ή ήττα (με τη ρητή διευκρίνηση, που ίσως έπρεπε να έχει γίνει νωρίτερα, ότι στον κυβερνοπόλεμο δεν εντάσσεται η δράση των drones κάθε τύπου). Όμως, βοηθά έμμεσα, καταπονώντας τον αντίπαλο. Το μέγεθος της καταπόνησης και ο ρόλος της (ή ο μη ρόλος της) είναι σχετικά. Εκείνο όμως που είναι σίγουρο είναι ότι ο κυβερνοπόλεμος είναι διαρκής. Είναι σαν να διενεργούνται μονίμως στα μετόπισθεν του αντιπάλου πολεμικές επιχειρήσεις. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία και για τον αμυνόμενο και για τον επιτιθέμενο. Και, αν η οπτική του επιτιθέμενου δεν μας νοιάζει επειδή ζούμε σε δημοκρατική χώρα της Δύσης, εκείνη του αμυνόμενου μας ενδιαφέρει, και μάλιστα πολύ.