Το ρεύμα των ψηφιακών νομάδων δεν είναι καινούριο, όμως η πανδημία δημιούργησε ένα νέο σημείο αφετηρίας. Μέσα στα επόμενα χρόνια ο αριθμός των ψηφιακών νομάδων αναμένεται να πολλαπλασιαστεί και η χώρα μας έχει μπει στο χάρτη της διεκδίκησής τους.

«Βλέπουμε τον κορονοϊό ως μια μεγάλη ευκαιρία. Σε μία εποχή που μπορείς να δουλέψεις από παντού, γιατί να μην δουλέψεις από την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις;». Στις αρχές Δεκεμβρίου 2020 και στο πλαίσιο του 31ου  Greek Economic Summit ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά τους τελευταίους μήνες την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να προσκαλέσει τους ψηφιακούς νομάδες (digital nomads) ανά τον κόσμο για να έρθουν και να εργαστούν από τη χώρα μας.

Στη διάρκεια του Φθινοπώρου έχουν προηγηθεί αντίστοιχες δηλώσεις τόσο από τον ίδιο τον πρωθυπουργό όσο και από στελέχη της κυβέρνησης, ακολουθώντας την πρακτική άλλων χωρών που επενδύουν στην προσέλκυση αυτής της ομάδας εργαζόμενων.

Όμως πριν όμως δούμε τα γιατί, τα πως αλλά και τα οφέλη μιας τέτοιας στρατηγικής χρειάζεται να γνωρίσουμε καλύτερα αυτούς τους ψηφιακούς νομάδες.

Ποιοι είναι οι ψηφιακοί νομάδες;

Την πρώτη αναφορά του όρου «ψηφιακός νομάς» (digital nomad) τη συναντάμε στο ομώνυμο βιβλίο του 1997, από τους Tsugio Makimoto και David Manners. Οι δύο συγγραφείς σημειώνουν είκοσι τέσσερα χρόνια πριν ότι «οι υπάρχουσες και μελλοντικές δυνατότητες που θα παρέχει η τεχνολογία σε συνδυασμό με τη φυσική ροπή του ανθρώπου να ταξιδεύει θα προσφέρει στην ανθρωπότητα τη δυνατότητα να ζει, να εργάζεται και να υπάρχει εν κινήσει».

Αυτός είναι ο ψηφιακός νομάς, ένας εργαζόμενος, το αντικείμενο της εργασίας του οποίου τον έχει απελευθερώσει όχι μόνο από το γραφείο αλλά ακόμα και από την ανάγκη μιας σταθερής μόνιμης κατοικίας. Μπορεί να εργαστεί από το σπίτι του, από το διπλανό καφέ, από ένα συνεργατικό χώρο, από το χωριό του, ακόμα και από μία διαφορετική χώρα από αυτή της προέλευσής του. Στη διάρκεια των χρόνων και με την εξέλιξη της τεχνολογίας τον συναντούσαμε σε συγκεκριμένα επαγγελματικά πεδία. Συνήθως ελεύθερος επαγγελματίας ή συμβαλλόμενος με κάποιας μορφής έργου, όπως graphic designer, σύμβουλος, παραγωγός περιεχομένου, συγγραφέας ή μεταφραστής βιβλίων, software developer, διαχειριστής σελίδων social media κ.α.

Ο όρος digital nomad εμπορικοποιήθηκε, πέρασε στο λεξιλόγιο εταιρειών και προϊόντων, η Dell έφτιαξε ομώνυμο site, έγινε ξεχωριστή στήλη στο National Geographic για σειρά ετών, ντοκιμαντέρ, ενώ ιδιαίτερα από το δεύτερο μισό και έπειτα της προηγούμενης δεκαετίας είδαμε να γεννιούνται πλήθος πλατφορμών δικτύωσης και πληροφόρησης αυτών των ομάδων πληθυσμού, που αργά αλλά σταθερά αυξάνονταν. Σύμφωνα με μια έρευνα της Forrester Research που δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 2020 το σύνολο των ψηφιακών νομάδων παγκοσμίως στο τέλος του 2019 κυμαινόταν κοντά στα 5 εκατομμύρια. Πολλαπλάσιοι ήταν εκείνοι που τους γοήτευε η ιδέα να υιοθετήσουν αυτό το μοντέλο εργασίας.

O Steve Roberts είναι ένας από τους πρώτους ψηφιακούς νομάδες που έγιναν γνωστοί στο κοινό. Πούλησε το σπίτι του το 1983 και για 9 χρόνια ταξίδεψε με το ποδήλατό του σε 28 αμερικανικές Πολιτείες, διανύοντας 27.000 χιλιόμετρα , παραμένοντας παραγωγικός στην εργασία του.

O κορονοϊός επιτάχυνε το κίνημα των ψηφιακών νομάδων

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα της Forrester Research, μετά την πανδημία πολύ περισσότεροι, (όχι μόνο οι Millennials που θεωρούνται ο πυρήνας του ρεύματος) «αναμένεται να υιοθετήσουν ακόμη πιο έντονα αυτόν τον τρόπο εργασίας, καλλιεργώντας νέες πτυχές της ψηφιακής νομαδικής εργασιακής κουλτούρας».

Ο κορονοϊός και η εξάπλωση της πανδημίας αποτελεί σημείο-σταθμό για το κίνημα των ψηφιακών νομάδων. Η απότομη στροφή προς την τηλεργασία από την Άνοιξη και έπειτα ανέδειξε ότι τελικά ο αριθμός των εργαζόμενων που μπορούσε να εργαστεί εκτός γραφείου ήταν πολύ περισσότερος από αυτόν που φαντάζονταν οι επιχειρήσεις. Ήδη από τις πρώτες ημέρες εφαρμογής του lockdown (Απρίλιος 2020) μόνο στις ΗΠΑ η έρευνα καθηγητών από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο έδειξε ότι το 37% των δουλειών μπορεί να γίνει από το σπίτι, με τον κλάδο της εκπαίδευσης να είναι αυτός που θα μπορούσε να προσαρμοστεί πιο γρήγορα και μαζικά σε αυτό το μοντέλο εργασίας (83%). Αυτό λοιπόν που δεν κατάφερε η τεχνολογία από μόνη της ή οι δομές των επιχειρήσεων το κατάφερε τελικά η πανδημία.

“O κορονοϊός έσπασε πολιτισμικούς και τεχνολογικούς φραγμούς που εμπόδισαν την απομακρυσμένη εργασία στο παρελθόν, θέτοντας σε κίνηση μια διαρθρωτική αλλαγή στον τόπο που γίνεται η εργασία – McKinsey”

Επιστρέφοντας στα ευρήματα της Forrester Research, οι αναλυτές της εκτιμούν ότι μέχρι το 2030 η εργασία από το σπίτι για τα στελέχη των επιχειρήσεων θα είναι η κανονικότητα και η εργασία από το γραφείο η εξαίρεση.

Όμως η πανδημία δεν άλλαξε μόνο την κουλτούρα των επιχειρήσεων, που είναι πλέον πιο δεκτικές στην τηλεργασία (τόσο ώστε ονόματα όπως η Microsoft το προηγούμενο Φθινόπωρο να προσφέρει την ευχέρεια μόνιμης εργασίας από το σπίτι σε ομάδες εργαζομένων της) αλλά και η πλειοψηφία των εργαζόμενων προτιμούν αυτό το μοντέλο εργασίας. Ενδεικτική είναι η έκθεση του YouGov (Ιανουάριος 2021), επίσης για την αμερικανική αγορά εργασίας.

8 στους 1Ο Αμερικανούς είναι θετικοί στην τηλεργασία και 86% αυτών θα ήθελαν να συνεχίσουν στο ίδιο καθεστώς και μετά την πανδημία.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι πολύ πριν το ξέσπασμα του κορονοϊού, το 2016, υπήρχαν εκτιμήσεις που ανέβαζαν τον αριθμό των ψηφιακών νομάδων μέχρι το 2035 ακόμα και στο 1 δισ. ανθρώπους. Ανεξάρτητα από το αν επιβεβαιωθεί η συγκεκριμένη εκτίμηση, είναι δεδομένο ότι στα επόμενα χρόνια, όταν η ανθρωπότητα ξεπεράσει την πανδημία, ομαλοποιηθούν οι αεροπορικές πτήσεις και η καθημερινότητα «επανέλθει» στη νέα κανονικότητα, εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο θα έχουν αλλάξει τις προτεραιότητές τους για τον τρόπο και το χώρο που εργάζονται. Και αυτή η αλλαγή προτεραιοτήτων πιθανότατα θα πυροδοτήσει το μεγάλο κύμα των ψηφιακών νομάδων.

Οι χώρες διεκδικούν τους ψηφιακούς νομάδες

Την πρόθεση πολλών εκατομμυρίων εργαζόμενων να υιοθετήσουν το μοντέλο των ψηφιακών νομάδων τώρα και πολύ περισσότερο τα επόμενα χρόνια έχουν αντιληφθεί και τα κράτη. Από το καλοκαίρι του 2020 και έπειτα δεκάδες χωρών έχουν δημιουργήσει ειδικά προγράμματα χορήγησης άδειας παραμονής με στόχο να προσελκύσουν αυτές τις ομάδες εργαζομένων.

Στη λίστα αυτή των κρατών συναντάμε εξωτικούς προορισμούς, όπως το νησί Μπαρμπάντος ή την Ανγκουίλα, τα νησιά Κέιμαν ή τις Βερμούδες την Κόστα Ρίκα, αλλά και ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων η Γερμανία, η Γεωργία, η Εσθονία, η Πορτογαλία, η Νορβηγία. Τα κριτήρια για τη χορήγηση της άδειας ποικίλουν με παραμέτρους, όπως η ηλικία, ο χρόνος παραμονής ή το εισόδημα του ενδιαφερόμενου, ενώ η Νορβηγία προσφέρει την άδεια παραμονής μόνο σε όσους ενδιαφέρονται να μετακομίσουν στο Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ στον Αρκτικό Κύκλο. Αντίστοιχα, ποικίλλουν και οι παροχές, με την πιο σημαντική να είναι εκείνη των φορολογικών κινήτρων.

Στο παιχνίδι της προσέλκυσης των ψηφιακών νομάδων μπήκε επίσημα από το Φθινόπωρο του 2020 και η Ελλάδα, η οποία ανακοίνωσε τα φορολογικά κίνητρα και κριτήρια στους ενδιαφερόμενους. Εκτός όμως του οικονομικού κινήτρου η Ελλάδα διαθέτει αρκετά ακόμη θέλγητρα που μπορούν να προσελκύσουν τους ψηφιακούς νομάδες. Η γεωγραφική θέση της, το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα και η εγγύτητά της με χώρες που αποτελούν μεγάλες αγορές προέλευσης ψηφιακών νομάδων, η ποιότητα ζωής και ο καιρός είναι αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα του «ελληνικού πακέτου» που μπορούν να κεντρίσουν το ενδιαφέρουν.  

Οι ψηφιακοί νομάδες αντίδοτο του brain drain

Εκτός όμως από τα άμεσα οφέλη (έσοδα) η Ελλάδα -όπως και άλλες χώρες- ευελπιστεί να αποκομίσει (ίσως σημαντικότερα) έμμεσα οφέλη. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Σκλάβο (Partner στο φορέα επιχειρηματικότητας Found.ation) η προσέλκυση ψηφιακών νομάδων «θα μπορούσε να αποτελέσει αντίδοτο στο brain drain, αλλά και να φέρει στη χώρα νέο “αίμα” εργαζομένων, που, με το know-how τους, του θα μπορέσουν να οδηγήσουν την καινοτομία στους τομείς στους οποίους δραστηριοποιούνται».

Παρόμοια άποψη είχε εκφράσει και ο Μάρκος Βερέμης (συν-ιδρυτής και πρόεδρος της Upstream), στη συνέντευξη που μας είχε παραχωρήσει το Φθινόπωρο.  

Η «ένεση ταλέντου», όπως σημειώνει ο κ. Σκλάβος «θα συμβάλλει στη δημιουργία ενός πιο ελκυστικού προφίλ για τη χώρα, η οποία θα γίνει πόλος έλξης για επενδύσεις από διεθνείς εταιρείες, μια τάση που ήδη ξεκίνησε τα τελευταία δύο χρόνια με τη δημιουργία κέντρων καινοτομίας, έρευνας και ανάπτυξης στη χώρα μας από διεθνείς κολοσσούς όπως η Microsoft, η Tesla και η Pfizer». Επιπρόσθετα, οι τοπικές κοινότητες μπορούν επίσης να αποκομίσουν σημαντικά οφέλη. «Η ένταξη ταλαντούχων ανθρώπων σε τοπικούς επαγγελματικούς κύκλους θα φέρει νέες ιδέες και τεχνογνωσία, ενώ η δυνατότητα εργασίας από παντού, ενδεχομένως θα οδηγήσει σε αύξηση πληθυσμού σε αποκεντρωμένες περιοχές της χώρας» καταλήγει.

“Με ποιες επιπλέον ενέργειες θα μπορούσε η Ελλάδα να πάρει το maximum των εν δυνάμει ωφελειών από την είσοδο υψηλού ταλέντου στη χώρα;” ρωτήσαμε το συνομιλητή μας. Για τον κ. Σκλάβο η παροχή σημαντικών φορολογικών κινήτρων είναι μια πολύ καλή αρχή, που έρχεται να προστεθεί σε πλεονεκτήματα, όπως το κλίμα, η φιλικότητα των κατοίκων και το κόστος ζωής. Σημαντικές για τον ίδιο όμως θα μπορούσαν να είναι «επιπλέον ενέργειες που θα ενίσχυαν την περεταίρω ανάπτυξη του οικοσυστήματος καινοτομίας της χώρας», για να προσθέσει: «Η συνεργασία με coworking spaces ή εταιρείες που μπορούν να προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες, συνέργειες με communities, ενίσχυση των φορέων καινοτομίας, αλλά και δικτύωση με φορείς του εξωτερικού, θα δημιουργούσαν γερές βάσεις όχι μόνο για την υποδοχή των ψηφιακών νομάδων, αλλά και για την παραγωγική ένταξή τους στους τοπικούς επαγγελματικούς κύκλους.»

Αρκούν όλα τα παραπάνω για να προσελκύσουν τους ψηφιακούς νομάδες; Έχοντας, λόγω αντικειμένου του Found.ation, στενή επαφή με τις συγκεκριμένες κοινότητες ανθρώπων ο κ. Σκλάβος προσθέτει στα φορολογικά κίνητρα και τα αντικειμενικά πλεονεκτήματα της χώρας (που ίσως παίξουν τον πιο σημαντικό ρόλο) και τις υποδομές. «Σημαντικό κριτήριο για έναν εργαζόμενο που ζει και εργάζεται νομαδικά είναι επίσης οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές, καθώς το Διαδίκτυο είναι το βασικότερο εργαλείο που τον συνδέει με τον εργοδότη του και τους συνεργάτες του. Θα πρέπει οι συνδέσεις να είναι σταθερές, γρήγορες και σε προσιτές τιμές. Ένα επαγγελματικό οικοσύστημα που προσφέρει ευκαιρίες σταδιοδρομίας και δικτύωσης είναι επίσης σημαντικό κριτήριο» μας ανέφερε.

Ποια είναι η θέση της Ελλάδας στο χάρτη;

Μπορεί το επίσημο κάλεσμα της Ελλάδας προς τους ψηφιακούς νομάδες να έγινε το Φθινόπωρο του 2020, όμως ανεπισήμως η χώρα μας φαίνεται να μπήκε στο χάρτη, ως προορισμός των ψηφιακών νομάδων, πριν από 3-4 χρόνια. Τότε, ξεκινούμε να έχουμε την εμφάνισή της στις ψηφιακές πλατφόρμες των κοινοτήτων και τις πρώτες αξιολογήσεις. Ενδεικτικά, στην πλατφόρμα internations.org, η πρώτη αξιολόγηση της Ελλάδας, ως προορισμός για expats (ευρύτερος όρος από τους digital nomads) γίνεται στην ετήσια έκθεση για το 2017, όταν και η χώρα μας καταλαμβάνει την 65η θέση της σχετικής κατάταξης. Από τότε μέχρι και την τελευταία έκθεση για το 2020 η Ελλάδα έχει ανέβει 20 θέσεις (45η της γενικής κατάταξης). Αντίστοιχα, η Αθήνα καταλαμβάνει την 50η θέση της σχετικής λίστας μεταξύ των πόλεων.

Την ίδια στιγμή, σε μια ακόμα μεγάλη πλατφόρμα κοινότητας ψηφιακών νομάδων, το nomadlist.com, η Αθήνα είναι στην 89η θέση, με τη Λισαβόνα, το Κανγκού (στο Μπαλί) και την Πλάγια δελ Κάρμεν (Μεξικό) να καταλαμβάνουν τις 3 υψηλότερες θέσεις ως προορισμός (Ιανουάριος 2021 – η κατάταξη ανανεώνεται δυναμικά). Ως πιο δυνατά σημεία της ελληνικής πρωτεύουσας εμφανίζονται η διασκέδαση, η βατότητα, το επίπεδο εκπαίδευσης, η ασφάλεια, ενώ «σκοράρει» καλά και σε άλλους δείκτες, όπως ποιότητα ζωής, δωρεάν WiFi, φιλικότητα στους ξένους, νυχτερινή διασκέδαση, νοσοκομεία.

Στο πλαίσιο του ρεπορτάζ επικοινωνήσαμε με την πλατφόρμα internations.org για να μάθουμε περισσότερα στοιχεία για την εικόνα της χώρας μας ως προορισμό. Οι καλύτερες επιδόσεις της, σύμφωνα με τις αξιολογήσεις των χρηστών, εμφανίζονται στο κόστος ζωής (16η μεταξύ των χωρών) αλλά και στη δυνατότητα εύκολης προσαρμογής (19η). Ιδιαίτερα ως προς το δεύτερο, η Ελλάδα εμφανίζει ισχυρές επιδόσεις σε σημεία όπως η «ενσωμάτωση στην τοπική κουλτούρα» (79% θεωρούν ότι είναι εύκολο, έναντι 61% του παγκόσμιου μέσου όρου) αλλά και οι «νέες φιλίες» (59% έναντι 42% του παγκόσμιου μέσου όρου). Λιγότερο θετικά η χώρα μας αξιολογείται στην ποιότητα ζωής (35η θέση), όπου τα προβλήματα δείχνουν να εντοπίζονται σε θέματα υποδομών. Σχεδόν το ¼ των χρηστών αξιολογεί αρνητικά τις υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης, όπως επίσης και την πρόσβαση σε γρήγορο Internet (15% και 14% αντίστοιχα οι παγκόσμιοι μέσοι όροι). Ωστόσο, στην ίδια κατηγορία (ποιότητα ζωής) εντάσσεται και το κλίμα, όπου η Ελλάδα συγκεντρώνει μία από τις καλύτερες επιδόσεις της, όντας 12η μεταξύ όλων των χωρών.

Όσο για τους λόγους μετεγκατάστασης, η αναζήτηση καλύτερης ποιότητας ζωής αντιπροσωπεύει το 18% των απαντήσεων, ένας συναισθηματικός δεσμός το 15%, ενώ ψηλά βλέπουμε και τη σύνταξη (12%).  

Οι πιο αρνητικές αξιολογήσεις της χώρας μας εμφανίζονται στα πεδία που αφορούν την εργασία και τα προσωπικά οικονομικά. Στο «Δείκτη Εργασίας στο εξωτερικό» η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση (58η), αξιολόγηση που δείχνει ότι η χώρα μας δεν είναι ελκυστικός προορισμός για τους expats που θέλουν να χτίσουν μια καριέρα στο εξωτερικό.

Από ποιους κλάδους θα προέλθουν οι ψηφιακοί νομάδες;

Συμπληρώνοντας ένα περίπου χρόνο σε καθεστώς τηλεργασίας έγινε κατανοητό ότι η δυνατότητα απομακρυσμένης εργασίας δεν αφορά πλέον συγκεκριμένους κλάδους και επιχειρηματική δραστηριότητα. Όλοι οι εργαζόμενοι, που δεν χρειάζεται να έχουν άμεση, φυσική επαφή με τον πελάτη ή το παραγόμενο προϊόν, είναι εν δυνάμει ψηφιακοί νομάδες. Άποψη με την οποία συμφωνεί και ο Ιωάννης Σκλάβος. «Ασφαλώς, οι κλάδοι υψηλής τεχνολογίας είναι ευκολότερο να επωφεληθούν από την προσέλκυση ψηφιακών νομάδων, αλλά κάθε βιομηχανία και κάθε κλάδος θα μπορούσε να απασχολήσει μέρος του προσωπικού εξ αποστάσεως. Η πανδημία μας απέδειξε πως είναι εφικτό, ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν πιστεύαμε ότι θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Μεγάλες εταιρείες στο εξωτερικό έχουν δημιουργήσει μια τάση τα τελευταία χρόνια, οδηγούμενες και από μια νέα γενιά εργαζομένων που έχει άλλες συνήθειες και προτεραιότητες, να προσφέρουν στους εργαζόμενούς τους τη δυνατότητα να δουλεύουν μερικές μέρες τον μήνα από το σπίτι τους ή από coworking spaces. Είναι μια τάση που ήρθε για να μείνει και αφορά κάθε επαγγελματική δραστηριότητα που δεν χρειάζεται να έχει άμεση επαφή με τον πελάτη ή το προϊόν.»