Ένα ψύχραιμο update στο φλέγον ζήτημα της ανδρικής υπογονιμότητας. 

Η Επιστημονική Φαντασία έχει κατά καιρούς προφητεύσει εκατοντάδες πιθανούς και απίθανους τρόπους αφανισμού της ανθρωπότητας. Στα περισσότερα σενάρια συμβαίνει κάτι μεγάλο, ένα συγκλονιστικό γεγονός επικών διαστάσεων που κλιμακώνεται αστραπιαία και κορυφώνεται θεαματικά. Στα βιβλία και στο σινεμά η ζωή στη Γη καταστρέφεται από εξωγήινους ή από μετεωρίτες ή από ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. 

Η Επιστήμη είναι πιο ταπεινή στις αφηγήσεις της, αλλά -δυστυχώς- εξίσου δυσοίωνη: μπορεί όντως να αφανιστούμε κάποτε, αλλά αυτό δεν θα συμβεί με μαξιμαλιστικό τρόπο. Είναι πιο πιθανό το τέλος μας πχ, να επέλθει από κάποιον ιό ή ένα μικροσκοπικό βακτήριο, παρά εξαιτίας μιας μακρινής συμπαντικής απειλής. Εν τω μεταξύ, στον μικρόκοσμο των γενετικών μας αδένων διαμορφώνονται ήδη συνθήκες που ίσως οδηγήσουν σε ένα ακόμα πιο άδοξο φινάλε: οι δείκτες της ανθρώπινης γονιμότητας καταγράφουν παγκοσμίως δραματική πτώση. Η επιστημονική κοινότητα εκτιμά ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε επίπεδα συναγερμού, αλλά για πρώτη φορά εκφράζεται η δυστοπική ανησυχία ότι ίσως κάποια στιγμή το ανθρώπινο είδος απολέσει τη δυνατότητα να αναπαράγεται με φυσικό τρόπο. 

Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, ο παράγοντας που αναδεικνύεται ως καθοριστικός για την επιδείνωση του προβλήματος της γονιμότητας των ζευγαριών, είναι ο ανδρικός. Οι πιο ανησυχητικές παρατηρήσεις σχετίζονται με το σπέρμα, με τους ανδρολόγους να προειδοποιούν πλέον ανοιχτά ότι η ποσότητα που παράγεται σε κάθε εκσπερμάτιση δείχνει να μειώνεται μεσοσταθμικά, ενώ και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος εκφυλίζονται με ρυθμούς που τρομάζουν. 

Η ερώτηση των 52 εκατομμυρίων (σπερματοζωαρίων)

Στα περισσότερα άρθρα που καταπιάνονται με την ανδρική υπογονιμότητα χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς μια έκθεση που δημοσιεύθηκε πριν από τέσσερα χρόνια από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ σε συνεργασία με την περίφημη Ιατρική Σχολή του νοσοκομείου «Όρος Σινά» της Νέας Υόρκης. 

Τα στοιχεία της συγκεκριμένης έκθεσης είναι σοκαριστικά, αφού δείχνουν ότι η γονιμότητα του ανθρώπινου σπέρματος έχει μειωθεί κατά τουλάχιστον 50% τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ταυτοχρόνως, ο όγκος του σπέρματος (η ποσότητα που εκκρίνει ο μέσος άνδρας σε κάθε εκσπερμάτιση) έχει ελαττωθεί κατά σχεδόν 60%.

“Μέσα σε διάστημα μικρότερο των δύο γενεών φτάσαμε να παράγουμε το μισό σπέρμα και τα μισά σπερματοζωάρια απ’ όσα παρήγαγαν οι παππούδες μας.” 

Οι κλινικοί κι εργαστηριακοί γιατροί των δύο ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους, χρησιμοποίησαν τα δεδομένα που είχαν προκύψει από 185 προϋπάρχουσες έρευνες, στις οποίες είχε μελετηθεί το σπέρμα 43.000 περίπου ανδρών. Η συγκριτική και συνθετική μετα-επεξεργασία των δεδομένων έδειξε ότι το 1973 σε κάθε ml σπέρματος κολυμπούσαν 99.000.000 σπερματοζωάρια, ενώ το 2011 ο αριθμός τους είχε μειωθεί στα 47.000.000 και βαίνει συνεχώς μειούμενος μέχρι σήμερα. 

Οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία αποτυπώνουν περισσότερο την εικόνα που επικρατεί στον δυτικό κόσμο και συγκεκριμένα στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη, στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Αυτό, γιατί τα δεδομένα που είχαν συγκεντρωθεί μέχρι το 2017 από τις υπόλοιπες ηπείρους θεωρήθηκαν ανεπαρκή και αναξιόπιστα. Η σημερινή εκτίμηση, ομως, είναι ότι και στον υπόλοιπο πλανήτη συμβαίνει κάτι ανάλογο. Η πτωτική τάση στους δείκτες του σπέρματος είναι παγκόσμιο -πανανθρώπινο- φαινόμενο. 

Το εύλογο και αγωνιώδες (στα όρια του εσχατολογικού) ερώτημα που προκύπτει, λοιπόν, είναι: Τι θα συμβεί μέσα στα επόμενα 40 χρόνια; Με δεδομένο ότι σε διάστημα τεσσάρων δεκαετιών χάσαμε 52 εκατομμύρια σπερματοζωάρια, πόσο ορατός είναι ο κίνδυνος να δούμε τον αριθμό των σπερματοζωαρίων να εκμηδενίζεται πριν το τέλος του 21ου αιώνα; 

Μερικές αλήθειες για το σπέρμα 

Στο Εργαστήριο Σπερματολογίας του δρ Γεώργιου Λυμπερόπουλου, στους Αμπελόκηπους, επικρατεί πάντα μια τελετουργική ησυχία. Είναι η ησυχία της κρατημένης ανάσας. Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία ενήλικοι άνδρες που υποψιάζονται ότι αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα με τη γονιμότητά τους. Δίνουν δείγμα σπέρματος, αφήνουν δύο μέρες να περάσουν και όταν επιστρέφουν, κρατούν την ανάσα τους μέχρι να πάρουν στα χέρια τους τα αποτελέσματα του σπερμοδιαγράμματος ή κάποιας πιο σύνθετης εξέτασης. 

Ο δρ Λυμπερόπουλος τους αντιμετωπίζει με την ενσυναίσθηση που οφείλει να αναπτύξει από νωρίς κάθε επιστήμονας που απασχολείται στον ευαίσθητο και πάρα πολύ επιρρεπή στις ψυχολογικές μεταπτώσεις τομέα της ανθρώπινης αναπαραγωγής. Προσπαθεί να είναι καθησυχαστικός απέναντί τους και το ίδιο κάνει όταν σχολιάζει τα ζοφερά στοιχεία της περίφημης έρευνας για το σπέρμα: μας καθησυχάζει. «Η τάση που καταγράφουμε στο σπέρμα είναι όντως φθίνουσα, αλλά δεν οδηγούμαστε στην καταστροφή. Όχι άμεσα τουλάχιστον». 

Όπως εξηγεί, τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ δεν μπορούν να αξιολογηθούν ως απολύτως ακριβή, γιατί βασίστηκαν σε προηγούμενες έρευνες και, συνεπώς, σε μετρήσεις που έγιναν με διαφορετική μεθοδολογία. Επιπλέον, «η διαθέσιμη τεχνολογία της εποχής ήταν κατά πολύ κατώτερη της δικής μας, ενώ σε πολλές έρευνες χρησιμοποιήθηκαν δείγματα από ασθενείς ή από άνδρες που εξετάζονταν επειδή ακριβώς είχαν προβλήματα με το σπέρμα και τη γονιμότητά τους». 

Όσο για τις τιμές αναφοράς, οι οποίες μετρούν τη γονιμότητα του σπέρματος, έχουν όντως χαμηλώσει αισθητά σε σχέση με τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80, αλλά όχι μόνο επειδή εν τω μεταξύ καταγράφηκε σημαντική πτώση στους ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες του γενετικού υλικού των ανδρών. Ο κ. Λυμπερόπουλος διευκρινίζει ότι «η αλλαγή των τιμών αναφοράς είναι περισσότερο διορθωτική, αφού βασίστηκε στην εξέταση μεγαλύτερου πληθυσμιακού δείγματος και στη συγκέντρωση περισσότερων δεδομένων». 

Παρόλα αυτά, το πρόβλημα είναι υπαρκτό και οι επικαιροποιημένες έρευνες το αναδεικνύουν ανάγλυφα. Τα στοιχεία που παρουσιάζει ο δρ Λυμπερόπουλος στο νέο υπό έκδοση βιβλίο του, το οποίο αναμένεται με πολύ ενδιαφέρον στους επιστημονικούς κύκλους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, εγείρουν προβληματισμούς και σοβαρά ερωτήματα: αυτήν τη στιγμή, το 15%-20% των ζευγαριών στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα υπογονιμότητας. Από αυτά τα περιστατικά, το 35% οφείλεται στον γυναικείο παράγοντα, το 30% στον ανδρικό κι ένα ποσοστό 20% και στους δύο. «Και, βέβαια, υπάρχει και το 15% της ιδιοπαθούς υπογονιμότητας». 

Αυτό το 15% της ιδιοπαθούς ή ανεξήγητης υπογονιμότητας είναι το πρώτο οξύμωρο με το οποίο πρέπει να συμβιβαστεί ένα ζευγάρι που προσπαθεί να κάνει παιδιά και δεν τα καταφέρνει. Η ανθρώπινη επιστήμη έχει φτάσει στον 21ο αιώνα να υπολογίζει τον κατακερματισμό του DNA και να μετρά το οξειδωτικό στρες που αναπτύσσεται στα σπερματοζωάρια, αλλά δεν μπορεί να βοηθήσει το ένα στα δέκα ζευγάρια που έχουν πρόβλημα τεκνοποίησης να εντοπίσει το πρόβλημά του. 

Γκρίζες ζώνες και αναπάντητα ερωτήματα υπάρχουν σε όλα τα στάδια της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και συνολικά στο πεδίο της γενετικής. «Είναι ένας τομέας που εξελίσσεται διαρκώς», εξηγεί ο δρ. Λυμπερόπουλος. «Ειδικά στο σπέρμα, προσπαθούμε να βρούμε νέους δείκτες που θα μας παρέχουν περισσότερες πληροφορίες για το εκάστοτε πρόβλημα. Βιοδείκτες και άλλες παραμέτρους». 

Το δεύτερο οξύμωρο έχει να κάνει με το στρες, την «ψυχολογία». Είναι αποδεδειγμένο ότι το άγχος επηρεάζει αρνητικά όλα τα στάδια της αναπαραγωγικής διαδικασίας, από τη σύλληψη ως την κύηση, αλλά την ίδια στιγμή, ελάχιστες καταστάσεις είναι πιο στρεσογόνες από τις εξετάσεις, τις αναμονές και τις διαδικασίες που σχετίζονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. 

Το σπέρμα ειδικά και οι δείκτες της γονιμότητάς του επηρεάζονται άμεσα από το έντονο στρες, αλλά και από άλλους εποχικούς ή και στιγμιαίους παράγοντες, όπως ο χώρος στον οποίο γίνεται η δειγματοληψία, οι μέρες αποχής που έχουν προηγηθεί, κάποιες σταγόνες που μπορεί να έπεσαν εκτός του συλλέκτη κατά τη λήψη, το πρόσφατο ιστορικό (ένας πυρετός πχ, ακόμα κι ελαφρύς). Και βέβαια, υπάρχει και η μεταβλητότητα του σπέρματος αυτή καθαυτή – οι εποχιακές αυξομειώσεις που συχνά παρατηρούνται στο σπέρμα ενός δότη μεταξύ των λήψεων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι γιατροί έχουν αποφανθεί ότι ένα μόνο σπερμοδιάγραμμα δεν θεωρείται αρκετό για μια ασφαλή διάγνωση. Ο δρ. Λυμπερόπουλος συστήνει τουλάχιστον δύο σπερμοδιαγράμματα, με χρονική απόσταση δύο ή τριών μηνών μεταξύ τους. Ιδανικά, η εξέταση των δειγμάτων πρέπει να γίνει σε ένα εργαστήριο με μικροσκοπική παρατήρηση (με το μάτι), σε εργαστήριο που συμμορφώνεται πλήρως με τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της ESHRE (European Society of Human Reproduction and Embryology) και υπάγεται σε τακτικούς εξωτερικούς και εσωτερικούς ελέγχους. 

Τι προκαλεί την υπογονιμότητα 

Ο δρ. Χάρης Ασβέστης, ουρολόγος – ανδρολόγος με ειδίκευση σε θέματα υπογονιμότητας, παρομοιάζει το σπερμοδιάγραμμα σαν ένα μεμονωμένο καρέ μιας κινηματογραφικής ταινίας: «Ένα σπερμοδιάγραμμα δεν αποτελεί απαραίτητα ένδειξη κακής γονιμότητας, όπως μια φωτογραφία από ένα κινηματογραφικό έργο δεν μπορεί να αποκαλύψει την υπόθεσή του. Πρέπει να έχουμε στα χέρια μας δύο σπερμοδιαγράμματα, σε διάστημα τριών μηνών το ένα από το άλλο, αλλά απαραίτητη είναι και η κλινική εξέταση, ο ορμονολογικός και μικροβιολογικός έλεγχος και το υπερηχογράφημα οσχέου». 

Αυτές οι εξετάσεις θα οδηγήσουν πιθανότατα σε μια διάγνωση, θα βοηθήσουν στον εντοπισμό του προβλήματος, αλλά κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα ανιχνεύσουν και τις αιτίες του. Όπως εξηγεί με τη βαθιά, αφηγηματική φωνή του ο κ. Ασβέστης, ένα πρόβλημα που σχετίζεται με την υπογονιμότητα μπορεί να προκληθεί σε έναν άνδρα πριν καν εκείνος γεννηθεί. «Κάποιες φορές το πρόβλημα δημιουργείται κατά την περίοδο της κύησης. Έχουμε καταγράψει, πχ σε αγόρια που οι μητέρες τους είχαν πάρει φάρμακα στην εγκυμοσύνη με σκοπό να προλάβουν κάποια επαπειλούμενη αποβολή, μεγαλύτερα ποσοστά κρυψορχίας ή υποσπαδία (ανωμαλία, κατά την οποία η δημιουργία της ουρήθρας του πέους κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη είναι ατελής)». 

Οι συνηθέστερες αιτίες, πάντως, που καθιστούν υπογόνιμο έναν άνδρα είναι «οι λοιμώξεις στα γεννητικά όργανα, η κρυψορχία, οι κακοήθειες -είτε τοπικά στον όρχι είτε αυτές που μπορεί να αφορούν λεμφώματα, οπότε οι χημειοθεραπείες που ακολουθούν μπορεί να καταστρέψουν το σπερματικό επιθήλιο. Υπάρχουν επίσης ορμονολογικά αίτια, όπως οι παθήσεις του θυρεοειδούς και της υπόφυσης, αλλά και πρωτοπαθείς βλάβες στους όρχεις, είτε από παρωτίτιδες είτε από κακώσεις. Πολύ συνηθισμένη είναι και η κιρσοκήλη, η διάταση, δηλαδή, των φλεβών του όρχεως, η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί σε νεαρή ηλικία επιφέρει βλάβες οι οποίες σε μεγαλύτερες ηλικίες δεν αποκαθίστανται πλήρως». 

Για κάποιες απ’ αυτές τις παθήσεις υπάρχουν θεραπείες, είτε ιατρικές (χορήγηση ορμονών ή αντιοξειδωτικών) είτε χειρουργικές, όπως η εγχείρηση της κιρσοκήλης ή η λήψη σπερματοζωαρίων απευθείας από τον όχι σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας. «Η πρόοδος που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα μας είναι τεράστια», σχολιάζει ο δρ. Ασβέστης, «αλλά δεν έχουμε ανακαλύψει θεραπείες για όλες τις παθήσεις και -δυστυχώς- δεν αποκτούν όλα τα ζευγάρια παιδιά». 

Όλοι οι επιστήμονες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της αναπαραγωγής, από τους ανδρολόγους και τους γυναικολόγους μέχρι τους βιολόγους και τους γενετιστές, υπογραμμίζουν ότι ο πιο σημαντικός παράγοντας στη διαδικασία της τεκνοποίησης είναι η ηλικία της γυναίκας που επιδιώκει να γίνει μητέρα. Το κομβικό όριο είναι η ηλικία των 35. Μετά απ’ αυτήν, οι ορμονικοί δείκτες υποχωρούν και οι πιθανότητες φυσιολογικής σύλληψης μειώνονται αισθητά. Αυτός είναι και ο λόγος που η υπογονιμότητα καταγράφεται πρωτίστως ως θλιβερό «προνόμιο» του πρώτου κόσμου.

“Στις ανεπτυγμένες χώρες αποφασίζουμε να κάνουμε οικογένεια αφού πρώτα σπουδάσουμε, αφού κάνουμε τα πρώτα βήματα για την όποια επαγγελματική αποκατάσταση, αφού συζήσουμε για ένα διάστημα με τους συντρόφους μας.” 

Ο δρ Ασβέστης υπογραμμίζει ότι την εξίσωση της γονιμότητας ενός ζευγαριού την επηρεάζει και η ηλικία του άνδρα. Γνωρίζουμε, πχ, ότι η προχωρημένη ηλικία του πατέρα (αν είναι πάνω από 45), σχετίζεται με αυξημένα ποσοστά αυτισμού και σχιζοφρένειας στα παιδιά. Πρόβλημα αποτελεί, επίσης, το γεγονός ότι ο μέσος άνδρας καταλήγει να κάνει την πρώτη του ανδρολογική εξέταση μόνο όταν αντιληφθεί ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το σπέρμα ή του γονιμότητά του εν γένει. Αφού παντρευτεί, δηλαδή, και αφού περάσουν ένα-δύο χρόνια άκαρπης προσπάθειας τεκνοποίησης με τη σύντροφό του. Δεν είναι μόνο ελληνικό αυτό το φαινόμενο. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχει καλλιεργηθεί κουλτούρα προληπτικών ανδρολογικών εξετάσεων. 

«Μια πρώτη εξέταση θα έπρεπε να γίνεται στην ηλικία των 18 ετών, ίσως και λίγο νωρίτερα, δεδομένου ότι ο παιδίατρος σταματά να εξετάζει τα αγόρια στα γεννητικά τους όργανα σε πολύ μικρή ηλικία, στα οκτώ ή εννιά τους χρόνια», προτείνει ο Χάρης Ασβέστης. «Να γίνει, δηλαδή, κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει με τα κορίτσια, τα οποία αρχίζουν να επισκέπτονται γυναικολόγο με την πρώτη περίοδο». 

Οι προληπτικές εξετάσεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ευεργετικά σε δύο επίπεδα. Κάποιες παθήσεις ενδεχομένως θα εντοπίζονταν εγκαίρως και θα αντιμετωπίζονταν πιο αποτελεσματικά. Ταυτόχρονα, το τσεκ απ θα λειτουργούσε και ως μάθημα για τη σεξουαλική υγεία των αγοριών. Στις μέρες μας γίνονται προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι ανδρολόγοι ενημερώνουν τους παιδιάτρους και τους ζητούν να παρακινούν τους γονείς για έγκαιρες εξετάσεις των παιδιών τους, ενώ παράλληλα ζητούν να ενταχθεί το κεφάλαιο της υπογονιμότητας επειγόντως στο μάθημα της σεξουαλικής αγωγής. Τα σεξουαλικά νοσήματα, άλλωστε, συμπεριλαμβάνονται στους (πολλούς) παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα του σπέρματος και συνολικά τη γονιμότητα ενός άνδρα. 

Η δυστοπία μέσα μας

Όπως έχει ήδη γίνει αντιληπτό, το ανθρώπινο σπέρμα είναι ένα πολύ ευαίσθητο και πάρα πολύ ασταθές υλικό. Επηρεάζεται από τη φυσιολογία, τη βιοχημεία, τα μικρόβια, από δεκάδες αόρατες στο γυμνό μάτι απειλές, αλλά και από από πολύ απτές, καθημερινές συνήθειες. Τα στενά εσώρουχα και τα skinny παντελόνια ανεβάζουν τη θερμοκρασία του όσχεου και μπορούν να απορρυθμίσουν τη διαδικασία της σπερματογένεσης. Το ίδιο ισχύει και για τα ζεστά μπάνια, το τζακούζι και τη σάουνα. Και για το smartphone που έχουμε πάντα στην τσέπη μας και για το laptop που ακουμπάμε στα πόδια μας όταν αράζουμε στον καναπέ ή στο κρεβάτι. 

Ακόμα χειρότερα, η γονιμότητα του ανθρώπινου σπέρματος επηρεάζεται από το κάπνισμα και από το αλκοόλ, αλλά και από τα τρανς λιπαρά (βρίσκονται σε μπισκότα και κρουασάν, γενικά σε όλα τα έτοιμα αρτοσκευάσματα αλλά και σε όποια τροφή συντηρείται για πολύ καιρό), από τα γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά, από χιλιάδες οργανικές ουσίες που εισέρχονται στον οργανισμό μας μέσω των φαρμάκων, των καλλυντικών και των καθαριστικών που χρησιμοποιούμε στο σπίτι, στο χώρο εργασίας ή στους δημόσιους χώρους. 

Πιο συνοπτικά: Η σύγχρονη ζωή επηρεάζει τη γονιμότητα του σπέρματος. 

Συγκριτικός πίνακας της δραματικής πτώσης του αριθμού των σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτιση και της αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής πλαστικών από το 1970 ως το 2010 [Πηγή: GQ Magazine, UK]. 

Σε κάποιο βαθμό, ισχύει για την υπογονιμότητα ότι ισχύει και για την κλιματική κρίση: είναι απτές αποδείξεις για το πόσο επιβαρυντικός είναι ο σύγχρονος τρόπος ζωής για τον πλανήτη, για τη Φύση, αλλά και για οτιδήποτε φυσικό, όπως η διαδικασία της αναπαραγωγής.

“Θα φτάσουμε άραγε στη δυστοπία; Πλησιάζει η στιγμή που το ανθρώπινο είδος, με δική του ευθύνη μάλιστα, θα σταματήσει να αναπαράγεται με φυσικό τρόπο;” 

«Πιστεύω ότι δυστυχώς οδηγούμαστε στον ζόφο με όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα», διαπιστώνει ο Χάρης Ασβέστης, προσθέτοντας ότι στο εξής μόνο η σωστή ενημέρωση και οι άμεσες δράσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως αναχώματα. «Να γίνει συνείδηση στα νέα ζευγάρια ότι πρέπει να ξεκινούν τη διαδικασία δημιουργίας οικογένειας μια δεκαετία νωρίτερα. Και εννοείται ότι πρέπει να αλλάξουμε διατροφικές και καταναλωτικές συνήθειες. Εν τω μεταξύ, η κρυοκατάψυξη γενετικού υλικού έχει ήδη μπει στην ατζέντα ως μια εργαστηριακή, αλλά βιώσιμη λύση. Ήδη, εταιρείες κολοσσοί όπως η Google, η Apple και το Facebook συστήνουν στις γυναίκες υπαλλήλους τους να κρυοκαταψύξουν τα ωάριά τους και καλύπτουν τα έξοδα της διαδικασίας». 

Ο Γιώργος Λυμπερόπουλος είναι πιο αισιόδοξος: «Ελπίζω ότι θα αποφύγουμε το χειρότερο σενάριο. Δεν θα φτάσουμε στη δυστοπία – όχι εξαιτίας του σπέρματος, τουλάχιστον». Κι αυτός, όμως, τονίζει ότι «πρέπει άμεσα να βρεθούν τρόποι ώστε η πρόοδος και η ευμάρεια να μην αποβαίνουν σε βάρος της γονιμότητάς μας». 

Κι αυτό ακριβώς είναι το τρίτο -και το πιο μεγάλο- οξύμωρο που σχετίζεται με την κρίση της υπογονιμότητας που βιώνουμε ως ανθρωπότητα: η αντίληψη που έχουμε υιοθετήσει για την πρόοδο και την ευμάρεια είναι τόσο στρεβλή, που αντιβαίνει πλέον τους στοιχειώδεις κανόνες της ύπαρξής μας. Η διαρκής αλλά ανερμάτιστη και εντελώς αποπροσανατολισμένη συλλογική μας προσπάθεια για «ποιότητα ζωής» απειλεί ανοιχτά πλέον τη συνέχιση της ζωής αυτής καθ’ αυτής.