Χοιρινό, μοσχάρι, γαλοπούλα ή κοτόπουλο, όποιο και αν είναι το κρέας που προτιμάτε στις ημέρες των γιορτών ή στην καθημερινότητά σας, το βέβαιο είναι ότι φτάνει στο πιάτο με ένα αόρατο μεν αλλά βαρύ περιβαλλοντικό φορτίο. Το “συνθετικό κρέας” υπόσχεται να το μειώσει. Μπορεί;

Η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων ευθύνεται για το ένα τρίτο του συνόλου των αερίων του θερμοκηπίου και η χρήση των ζώων για την παραγωγή κρέατος προκαλεί διπλάσια ρύπανση σε σχέση με την παραγωγή τροφίμων φυτικής προέλευσης, σύμφωνα με μια μελέτη που παρουσιάστηκε το 2021 και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύει κανείς ότι έκτοτε έχουν αλλάξει και πολλά.

Η έρευνα επιβεβαίωσε κάτι που είναι γνωστό και από παλαιότερες μελέτες: η βιομηχανία κρέατος είναι μια εξαιρετικά ρυπογόνα και επιβαρυντική για το περιβάλλον δραστηριότητα. Το 57% των εκπομπών της βιομηχανίας τροφίμων προέρχεται από την κτηνοτροφία, ενώ μέρος της επιβάρυνσης προέρχεται από την αποψίλωση δασών για τη δημιουργία νέων βοσκοτόπων.  Η Greenpeace καταγράφει επτά λόγους για τους οποίους η παραγωγή κρέατος επιβαρύνει το περιβάλλον και υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι για την παραγωγή ενός κιλού κρέατος από κοτόπουλο χρειάζονται 3,2 κιλά καλλιεργειών. Θα θέλαμε 75% λιγότερες καλλιεργήσιμες εκτάσεις αν όλοι στρεφόμασταν σε μία διατροφή βασισμένη σε φρούτα και λαχανικά, υποστηρίζει η περιβαλλοντική οργάνωση.

Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, με τέτοια επιχειρηματολογία λίγοι θα πειστούν να στραφούν στη χορτοφαγική διατροφή.

Σύμφωνα με αναλύσεις που βασίζονται σε στοιχεία των υπηρεσιών των Ηνωμένων Εθνών, ο αγροδιατροφικός τομέας συνολικά επιβαρύνει σημαντικά το περιβάλλον και την κατανάλωση φυσικών πόρων. Το 50% των κατοικήσιμων χερσαίων εκτάσεων καταλαμβάνεται σήμερα από καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες. Το 70% των διαθέσιμων υδάτινων πόρων κατευθύνεται σε καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες, ενώ ο αγροτικός τομέας ευθύνεται για το 78% της μόλυνσης του νερού. Η βιομηχανοποίηση της κτηνοτροφίας έχει φτάσει στο σημείο που μόνο το 6% των θηλαστικών (εξαιρουμένου του ανθρώπου) ζει στη φύση. Το υπόλοιπο 94% κατοικεί (προσωρινά) σε βουστάσια, χοιροστάσια, στάνες, κ.τ.λ. , ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει και στα πτηνά, όπου τα πουλερικά που βρίσκονται (επίσης προσωρινά) σε πτηνοτροφικές μονάδες αντιστοιχούν στο 71% της συνολικής βιομάζας των πτηνών στον πλανήτη.

Αλλά και πάλι, θα γίνεις χορτοφάγος με αυτούς τους αριθμούς;

Άλλωστε, πάνω σε αυτές τις πρώτες ύλες έχουν στηθεί ολόκληρες αυτοκρατορίες με δυνατότητα άσκησης επιρροής σε κάθε σημαντικό πολιτικό και νομικό σύστημα στον πλανήτη.   Εκτός από τα περιθώρια άσκησης επιρροής των εταιρειών υπάρχουν και οι διακρατικές σχέσεις, κάτι που ζήσαμε στη δική μας χώρα στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.

Ελλάς – Γαλλία…;

Όταν τον Νοέμβριο του 2015 η τότε κυβέρνηση αναζητούσε τρόπους αύξησης των δημοσίων εσόδων είχε πέσει στο τραπέζι η πρόταση για υπαγωγή του μοσχαρίσιου κρέατος στον συντελεστή ΦΠΑ 23%. Όπως είχε γράψει, τότε, (και) η Athens Voice, η σκέψη εγκαταλείφθηκε «επειδή θα υπάρξουν αντιδράσεις τόσο από κτηνοτρόφους, όσο και από εισαγωγείς κρέατος αλλά και από φιλικές εξαγωγικές χώρες, όπως η Γαλλία»

Η αξία της αγοράς προϊόντων κρέατος έφτασε το 2021 τα 900 δισ. δολάρια και υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει το 1,3 τρισ. το 2027, ενώ αν κοιτάξουμε στα προηγούμενα εξήντα χρόνια θα δούμε την κατακόρυφα ανοδική πορεία του συγκεκριμένου κλάδου. Το 1961 η παγκόσμια παραγωγή κρέατος ήταν 70,6 εκατ. τόνοι. Εξήντα χρόνια μετά είχε πενταπλασιαστεί με την Κίνα, τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία να αποτελούν τις κορυφαίες χώρες στον κλάδο.

Παγκόσμια παραγωγή κρέατος, 1961 – 2021

Είναι πολλά τα λεφτά, πολλές οι θέσεις εργασίας, μεγάλα τα συμφέροντα.

Υπάρχει μια τεχνολογία και για αυτή τη δουλειά

Βεβαίως σε μία περίοδο όπου η τεχνολογία (υπόσχεται ότι) θα δώσει απαντήσεις σε κάθε πρόβλημα, είναι αναμενόμενο να εμφανίζονται και προτάσεις που υπόσχονται ότι χάρη σε μία τεχνολογική λύση θα έχουμε ταυτόχρονα μειωμένη ή και μηδενική περιβαλλοντική επιβάρυνση καθώς και μία λαχταριστή μπριζόλα στο πιάτο. Δεν εννοούμε τα υποκατάστατα προϊόντα φυτικής προέλευσης, αλλά προϊόντα που ξεκινούν τη “ζωή” τους από τον δίσκο ενός εργαστηρίου και εξελίσσονται για να αποτελέσουν γευστικά και οπτικά οικείες πηγής πρωτεΐνης. Πρόκειται για προϊόντα που δεν απαιτούν τη σφαγή του ζώου, απλώς «δανείζονται» λίγα κύτταρα από αυτό που -κατ’ αντιστοιχία με τον σπόρο- καλλιεργούνται, «φυτρώνουν» και σταδιακά μεγαλώνουν για να εξελιχθούν σε μυικές μάζες έτοιμες για κατανάλωση.

Συνθετικό κρέας, δηλαδή. Σε τελική ανάλυση, αν φοράμε συνθετικά ρούχα γιατί να μη βασίσουμε τη δίαιτά μας σε συνθετικά προϊόντα.

Χρηματοδότες εταιρειών της Silicon Valley σπεύδουν να επενδύσουν (ή να στοιχηματίσουν, εξαρτάται από την οπτική γωνία που βλέπετε τα πράγματα) σε επιχειρήσεις που υπόσχονται ότι είναι σε θέση να δημιουργήσουν ρέπλικες πρωτεϊνούχων τροφών στο εργαστήριο και ακολούθως να οδηγήσουν την ιδέα τους στη μαζική παραγωγή.

Τα αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά. Θα μπορούσε κανείς να τα πει και απογοητευτικά, όμως στον κόσμο του 21ου αιώνα όπου η τεχνολογία είναι η νέα θρησκεία, οι απογοητεύσεις και οι αποτυχίες είναι το ισοδύναμο των πειρασμών που έβαζε ο βιβλικός θεός στους εκλεκτούς του.

Λόγια, λόγια…

Η Upside Foods είναι κατά κοινή ομολογία η γνωστότερη εταιρεία στον τομέα. Πρόκειται για έναν “μονόκερο” με αποτίμηση άνω του ενός δισ. δολαρίων και με περισσότερους από 40 επενδυτές, συμπεριλαμβανομένου του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ. Από την ίδρυσή της το 2015 έως και τα τέλη του 2023 η εταιρεία έχει λάβει συνολική χρηματοδότηση ύψους 600 εκατ. δολαρίων. Η εταιρεία αναφέρει ότι χρησιμοποιεί μερικά ζωικά κύτταρα που μετά την καλλιέργεια στο εργαστήριο εξελίσσονται σε μερίδες συνθετικού κρέατος. Η Upside Foods ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο του 2023 ότι θα ξεκινήσει την κατασκευή μιας μονάδας στην Πολιτεία του Ιλινόις που σε πρώτη φάση θα παράγει συνθετικό κρέας κοτόπουλου.

Η μονάδα θα έχει, στην πλήρη της ανάπτυξη, παραγωγική δυνατότητα που θα φτάνει τα 15 εκατ. κιλά (15.000 τόνοι) κρέατος ετησίως. Σταγόνα στον ωκεανό των 350 εκατ. τόνων της συνολικής συμβατικής παραγωγής κρέατος αλλά από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κάποιος.  Η Upside Foods αναφέρει ότι η δική της προσέγγιση για την παραγωγή  κρέατος παράγει 90% λιγότερα αέρια του θερμοκηπίου σε σχέση με τις συμβατικές μονάδες. Το πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά τοποθετούνται σε έναν μελλοντικό χρόνο.

Aπό τον ιστότοπο της Upside Foods

Η Upside Foods είχε υποσχεθεί ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές θα έβρισκαν προϊόντα της σε μεγάλες αλυσίδες λιανικών πωλήσεων το 2020 και το 2021. Προφανώς η πανδημία έπαιξε ρόλο στη μη τήρηση του χρονοδιαγράμματος, ωστόσο έχουν περάσει δύο χρόνια (τρία, με την αυστηρή τήρηση του ημερολογίου) χωρίς κάποια εξέλιξη.

Η Upside Foods δεν είναι η μόνη εταιρεία που συγκεντρώνει επενδυτικό ενδιαφέρον και χρήματα. Σύμφωνα με το Good Food Institute, ένα thinktank που προωθεί την ιδέα του συνθετικού κρέατος, 50 startups αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους παραγωγής πρωτεϊνών για το καθημερινό μας τραπέζι, ενώ αν υπολογίσουμε και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα φυτικά προϊόντα φτάνουμε σε μερικές εκατοντάδες επιχειρήσεις. Συνολικά, περισσότερα από 2,7 δισ. δολάρια έχουν επενδυθεί σε εταιρείες και ομάδες που προσπαθούν να βρουν το άγιο δισκοπότηρο του πράσινου, συνθετικού κρέατος.

Ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.

Σύννεφα στον ουρανό…

Η Beyond Meat, η πιο γνωστή εταιρεία στον τομέα των φυτικών προϊόντων – υποκατάστατων του κρέατος, δεν θα θέλει να θυμάται το 2023. Οι πωλήσεις βρίσκονται σε καθοδική πορεία και ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ της, καθώς το 2027 πρέπει να αποπληρώσει ένα ομολογιακό δάνειο ύψους 1,1 δισ. δολαρίων.

Οι εταιρείες που ανταγωνίζονται την Beyond Meet δεν τα πάνε καλύτερα, αφού συνολικά το 2023 οι πωλήσεις στις ΗΠΑ έπεσαν κατά 11%. Η επενδυτική εταιρεία Mizuho Securities έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις της για την αμερικανική αγορά φυτικών προϊόντων της συγκεκριμένης κατηγορίας, με τα έσοδα να εκτιμώνται στα 7,6 δισ. δολάρια το 2032 (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για έσοδα 9,4 δισ.) και με το μερίδιο των εναλλακτικών παραγωγών κρέατος να μειώνεται στο 2,5%.

Στο κυνήγι της (νόστιμης) καινοτομίας

Στο μεταξύ, άλλοι παίκτες μεσαίου και μεγάλου μεγέθους διατηρούν την αισιοδοξία τους και συνεχίζουν την προσπάθεια να διαθέσουν στην αγορά επιτυχημένες εμπορικά (και γευστικά) εναλλακτικές προτάσεις πρωτεΐνης που δεν προέρχεται από το ζωικό βασίλειο:

DAIZ: Ιαπωνική startup που αναπτύσσει μία δική της τεχνολογία επεξεργασίας της σόγιας για τη δημιουργία “θαυματουργών τσιπ” που αποτελούν τη βάση για συνθετικά προϊόντα κοτόπουλου και τόνου. Έχει συγκεντρώσει 87 εκατ. δολάρια σε χρηματοδότηση από διάφορους επενδυτές, ανάμεσά τους τα υπουργεία Οικονομίας και Γεωργίας της Ιαπωνίας. Σχεδιάζει τη λειτουργία μονάδας παραγωγής τον Φεβρουάριο του 2025 με αρχική παραγωγική δυναμικότητα τους 8.000 τόνους ετησίως και σταδιακή αύξηση στους 20.000 τόνους.

BlueNalu: Χρησιμοποιεί μία τεχνολογία κυτταρικής καλλιέργειας για την παραγωγή τροφών που θα αποτελούν το συνθετικό αντίστοιχο ψαριών, μαλακίων και καρκινοειδών. Ιδρύθηκε το 2017 στις ΗΠΑ και έχει συγκεντρώσει σε κεφάλαια και δάνεια περίπου 120 εκατ. δολαρίων, ενώ η αποτίμησή της υπολογίζεται κάπου μεταξύ 130 και 200 εκατ. δολαρίων.

Eat Just: Ξεκίνησε τη λειτουργία της το 2011 στις ΗΠΑ ως Hampton Creek αλλά κάπου στην πορεία αποφάσισε να αλλάξει το όνομά της. Δραστηριοποιείται στο συνθετικό κρέας και στην κυτταρική γεωργίας και έχει παρυσιάσει στην αγορά τα προϊόντα Just Mayo (μαγιονέζα χωρίς αβγά) και Just Scramble που θα μπορούσε κάποιος να περιγράψει ως συνθετικά scrambled αβγά.  Η εταιρεία αναφέρει ότι τα προϊόντα της είναι διαθέσιμα σε 48.000 σημεία λιανικών πωλήσεων στη Βόρεια Αμερική. Συνολικά έχει «σηκώσει» 465 εκατ. δολάρια και τον Αύγουστο του 2022 η αποτίμησή της είχε φτάσει στο ύψος των 1,2 δισ. δολαρίων.

Meatable: Ολλανδική εταιρεία που ιδρύθηκε το 2018 με σκοπό την παραγωγή συνθετικού κρέατος με βάση μία τεχνολογία πολυδύναμων βλαστοκυττάρων. Έχει λάβει χρηματοδότηση 98 εκατ. δολαρίων  μέσα από 7 γύρους χρηματοδότησης και σήμερα αποτιμάται 235 εκατ. δολάρια.

Finless Foods: Ιδρύθηκε το 2017 στις ΗΠΑ δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής συνθετικών θαλασσινών για κατανάλωση από ανθρώπους. Στόχος της εταιρείας, όπως λένε τα στελέχη της, είναι η βιώσιμη παραγωγή θαλασσινών (συνθετικών θαλασσινών, για την ακρίβεια) που θα αποτελέσει εναλλακτική για τις συμβατικές προσεγγίσεις της αλιείας και των ιχθυοκαλλιεργειών. Έχει συγκεντρώσει 37,5 εκατ. δολάρια και αποτιμάται κάπου μεταξύ 140 και 200 εκατ. δολαρίων.

Tindle: Εδρεύει στη Σιγκαπούρη, ιδρύθηκε το 2020 και θέλει να προωθήσει στην αγορά τη δική της εκδοχή συνθετικού κοτόπουλου. Το προϊόν της χρησιμοποιεί ως συστατικά το νερό, τη σόγια, το ηλιέλαιο και το λάδι καρύδας. Πριν από περίπου δύο χρόνια σήκωσε 100 εκατ. δολάρια.

Believer Meats: Ισραηλινή εταιρεία που παράγει συνθετικό κρέας στο εργαστήριο με βιώσιμο τρόπο, όπως αναφέρει η ίδια. Απευθύνεται σε περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένους καταναλωτές  και πρόσφατα συγκέντρωσε 360 εκατ. δολάρια που θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή μίας μονάδας στις ΗΠΑ.

BioBetter: Άλλη μία ισραηλινή εταιρεία, μετράει ήδη εννέα χρόνια λειτουργίας και αναπτύσσει μία τεχνολογία παραγωγής κρέατος στο εργαστήριο. Πολλές πληροφορίες για τη χρηματοδότησή της δεν είναι γνωστές, πέραν του ότι το 2022 συγκέντρωσε 10 εκατ. δολάρια σε έναν γύρο χρηματοδότησης στον οποίο συμμετείχε και το ισραηλινό δημόσιο.

Mosa Meat: Σκοπός της ολλανδικής εταιρείας που ιδρύθηκε το 2016 είναι να γίνει πρωτοπόρος για έναν πιο καθαρό και ευγενικό τρόπο παραγωγής βοδινού κρέατος. Έχει συγκεντρώσει από διάφορους χρηματοδότες περίπου 100 εκατ. δολάρια.

Για την ώρα όλο το βάρος έχει πέσει στην προσπάθεια να αναπτυχθούν προϊόντα που θα επιβεβαιώνουν τις παρουσιάσεις των ιδρυτών των εταιρειών και θα χαρακτηρίζονται από βιωσιμότητα και δυνατότητα κλιμάκωσης. Δηλαδή, θα κάνουν τους επενδυτές πλουσιότερους και θα προσφέρουν στο καταναλωτικό κοινό μια προσιτή πρωτεΐνη για την παραγωγή της οποίας δεν θα χρειάζεται να έχει προηγηθεί ο θάνατος ενός ζώου. Ευγενής προσπάθεια…